SF Throwback: ο ιδιοκτήτης του Ραντεβού, Αντώνης Χατζηλάρης, στο Ser-Free!

Αντώνης Χατζηλάρης “Η διασκέδαση του Έλληνα είναι τα μπουζούκια, είναι στο αίμα του”

(Από το αρχείο του περιοδικού Ser-Free, τ.46, Νοέμβριος 2017)

Ο Αντώνης Χατζηλάρης, συνιδιοκτήτης των μπουζουκιών Ραντεβού μαζί με τον αδερφό του, Χρήστο Χατζηλάρη, μιλά για τα παλιά χρόνια της διασκέδασης στις Σέρρες και για το πώς το Ραντεβού έχει καταφέρει να γίνει ένα μαγαζί-θρύλος εδώ και τρεις δεκαετίες.

Της Χρυσάνθης Ιακώβου

Πότε ανοίξατε το πρώτο Ραντεβού που ήταν μέσα στην πόλη;

Το 1986. Χωρούσε διακόσια άτομα, αλλά έρχονταν πάνω από τετρακόσια… Τότε ανοίγαμε νωρίς, ήδη από τις εφτά το απόγευμα το μαγαζί ήταν γεμάτο. Δεν υπήρχε και ο νόμος του Παπαθεμελή, οπότε ήμασταν ανοιχτά μέχρι το πρωί… Έξι μέρες τη βδομάδα ήμασταν γεμάτοι.

Και πότε μεταφερθήκατε στο δεύτερο μαγαζί, στο σημερινό νοσοκομείο;

Το 1995. Βλέπαμε ότι ο κόσμος το ήθελε και αποφασίσαμε να αλλάξουμε μαγαζί. Δε χωρούσαμε. Θυμάμαι την πρώτη μέρα που ανοίξαμε, ήταν Παρασκευή 13 Ιουλίου. Μας έλεγαν Παρασκευή και 13 θα ανοίξετε; Και από τότε έγινε ο κακός χαμός… Είχαμε τόσο κόσμο κάθε βράδυ που οι σερβιτόροι είχαν πρόβλημα, δεν μπορούσαν να περάσουν. Στην πίστα μόνο είχε τριακόσια άτομα. ’96, ’97, ’98, εκείνες τις χρονιές ήμασταν το μοναδικό μαγαζί που έκανε σπάσιμο στην κοιλάδα, έπρεπε πρώτα να γεμίσει το Ραντεβού, να μην έχει άλλο χώρο, για να πάει ο κόσμος σε άλλα μαγαζιά. Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά ακόμα περισσότερος κόσμος, βάζαμε χίλια τριακόσια-χίλια τετρακόσια άτομα μέσα… Όλο το μαγαζί ήταν ήδη κλειστό ενάμιση μήνα πριν. Χτυπούσε τόσο πολύ το τηλέφωνο που καμιά φορά το αφήναμε ανοιχτό…

“Ο Λυκουρέζος είχε έρθει στο Ραντεβού και είπε πως δεν περίμενε η επαρχία να έχει τέτοιο μαγαζί”

Και μετά αλλάξατε και πάλι χώρο, όπου είστε μέχρι σήμερα, κοντά στον Οβά.

Ναι, το 2001 μεταφερθήκαμε. Και εκεί τα πρώτα χρόνια ήταν πολύ καλά. Όσο πάει σφίγγει ο κλοιός… Η διασκέδαση είναι το τελευταίο πράγμα για το οποίο θα ξοδέψει ο κόσμος.

Πώς είναι σήμερα η διασκέδαση σε σύγκριση με δέκα-είκοσι χρόνια πριν;

Καμία σχέση… Ο κόσμος είναι πλέον σφιγμένος, άλλα πρόσωπα έβλεπα τότε, άλλα τώρα. Δεν έχουν την ίδια διάθεση. Τότε χαλούσες λεφτά, αλλά την επόμενη μέρα ήξερες ότι θα τα βγάλεις, δε σε ενδιέφερε. Τώρα αν ξοδέψεις λεφτά, δύσκολα τα ξαναβγάζεις…

Όπως και να έχει, έχετε γράψει ιστορία στο χώρο της διασκέδασης.

Κάποτε υπήρχε ένα περιοδικό σύμφωνα με το οποίο το Ραντεβού ήταν το νούμερο ένα επαρχιακό μπουζουξίδικο πανελλαδικά. Το νούμερο ένα επί τρία χρόνια… Ερχόταν λεωφορεία για να τραγουδήσουν στο Ραντεβού, μέχρι και μέσο έπεφτε. Λεωφορεία… Τριάντα, σαράντα τραγουδιστές…

Τι περιστατικά θυμάστε από εκείνα τα χρόνια;

Προτάσεις γάμου, αρραβώνες, ένα Σάββατο είχαμε εφτά νύφες! Κόσμος ερχόταν από Δράμα, Καβάλα, Θεσσαλονίκη. Στις γιορτές είχαμε πολλές κρατήσεις από εξωτερικό, κυρίως από Γερμανία. Εγώ σήκωνα συνήθως το τηλέφωνο, με παρακαλούσαν να τους κρατήσω ένα τραπέζι… Θυμάμαι ένα περιστατικό που με συγκίνησε. Κάποιος από Αμερική, με καταγωγή από Σέρρες, ήρθε εδώ για διακοπές. Εκείνη την εποχή βγάζαμε για τους Έλληνες που ερχόταν από τα εξωτερικό το πρόγραμμα του Ραντεβού σε κασέτα και τους το κάναμε δώρο. Έρχεται αυτός ο κύριος και μου λέει θέλω μια κασέτα. Και να τύχει να μην έχω εκείνη την ώρα! Μου λέει πόσα να σου δώσω να μου τη στείλεις; Του λέω θα σου την κάνω δώρο, γράψε μου τη διεύθυνση σου, μου τη γράφει. Μόλις βγήκαν οι κασέτες παίρνω τη διεύθυνση, πάω για να το στείλω, μου λένε δε γίνεται γιατί δεν έχει γράψει τον κωδικό. Κατά σύμπτωση, έχω έναν καλό φίλο στην Αθήνα που δουλεύει στην ACS, μου λέει στείλε μου τη διεύθυνση. Τελικά μου λέει κι αυτός πως δε γίνεται γιατί δεν υπάρχει ο κωδικός… Λυπήθηκα πάρα πολύ…

Διάσημοι πέρασαν από το Ραντεβού;

Πάρα πολύς κόσμος… Ηθοποιοί, πολιτικοί… Ζωή Λάσκαρη, Κώστας Βουτσάς, ο Κουρουμπλής με τη Βάσω Παπανδρέου, ο Λυκουρέζος, ο Λάκης Κομνηνός, ο Λαλιώτης, ο Τσοχατζόπουλος… Ο Λυκουρέζος μάλιστα είχε πει πως δεν περίμενε η επαρχία να έχει τέτοιο μαγαζί.

Γιατί το Ραντεβού;

Γιατί εμείς δίναμε. Ο πελάτης ερχόταν σαν φίλος. Ήταν το κλίμα. Μια φορά τη βδομάδα είχαμε meeting όλο το προσωπικό, τους λέγαμε τι να λένε στον κόσμο, πώς να φέρονται… Φερόμασταν σαν φίλοι, δεν τους βλέπαμε σαν πελάτες.

Σας ταιριάζει αυτή η δουλειά.

Κατά σύμπτωση την έκανα. Η δουλειά η δική μου και του αδερφού μου ήταν τα γουναρικά. Νοικιάσαμε το μαγαζί στην Εθνικής Αντίστασης, το οποίο θέλαμε να το κάνουμε αθλητικό στέκι. Τότε στις αρχές του ’80 ο αθλητισμός ήταν σε μεγάλη άνθιση. Όμως το μαγαζί ήταν γκαράζ αυτοκινήτων και αυτοί δεν έβγαιναν με τίποτα! Τρία χρόνια πέρασαν! Στο μεταξύ γνωριστήκαμε με τους μουσικούς τους αδερφούς Γεωργιτζίκη, που τότε έπαιζαν στη μπουάτ Κορφού, δύο αδέρφια αυτοί, δύο αδέρφια εμείς, είπαμε να το κάνουμε μπουάτ. Για μπουάτ λοιπόν το είχαμε ξεκινήσει, αλλά ο κόσμος το πήγε προς τα μπουζούκια. Χόρευαν πάνω στις καρέκλες και στα τραπέζια! Έτσι κάναμε πίστα… Να πω ότι εκείνη την εποχή ήμασταν το μοναδικό μαγαζί που είχε ladies night. Μας το πρότεινε ένας Θεσσαλονικιός, από τον οποίο είχαμε αγοράσει τα φώτα. Η πιο πεσμένη μέρα μας ήταν η Τρίτη, οπότε το βάλαμε τότε. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι έγινε. Καθόταν ακόμα και στα σκαλοπάτια. Είχε απίστευτη επιτυχία. Είχε τύχει να πηγαίνω μετά τη δουλειά με τα γουναρικά στις τρεις μετά τα μεσάνυχτα στο μαγαζί και να έχει πάνω από χίλια άτομα -ημέρα Τρίτη! Από τα τηλέφωνα μόνο είχαμε εξακόσια άτομα!

Είναι δύσκολη η νύχτα;

Δεν είναι δύσκολη, αν τα βλέπεις με άλλο μάτι, αν είσαι καλός. Έχουμε δει όλων των ειδών τις περιπτώσεις, έχουμε συναντήσει πολλές δυσκολίες, αλλά δε φτάσαμε στο σημείο να έχουμε ευτράπελα. Είναι και στον άνθρωπο… Ερχόταν, για παράδειγμα, ο σερβιτόρος, αυτός έδωσε εκατό αντί για εκατόν πενήντα ή αυτός δεν έχει να πληρώσει… Τι να τους κάνεις; Αν είσαι σκληρός έχεις και ευτράπελα. Αν δεν είσαι λες ένα “δε βαριέσαι”, κι εμείς αυτό το είπαμε πολλές φορές. Φασαρίες δεν είχαμε, πολύ λίγες φορές. Δεν αφήναμε να γίνουν. Λέγαμε άσ’ το…

“Το Ραντεβού είχε χαρακτηριστεί ως το νούμερο ένα επαρχιακό μπουζουξίδικο πανελλαδικά”

Είμαστε ζωντανή πόλη;

Ο κόσμος θέλει, αλλά πλέον δεν μπορεί. Σε όλες τις πόλεις κάπως έτσι είναι, είναι παντού το οικονομικό.

Είναι το χαρακτηριστικό της ελληνικής διασκέδασης τα μπουζούκια;

Ναι, είναι. Η διασκέδαση του Έλληνα είναι τα μπουζούκια. Εκεί τα δίνει όλα. Είναι στο αίμα του.

Ποια στιγμή του προγράμματος σας αρέσει περισσότερο;

Στην αρχή απολαμβάνεις, βλέπεις. Όταν όμως ξεκινήσουν τα λαϊκά σε εκτοξεύουν… Αυτό μας αρέσει, να βλέπουμε τον κόσμο να διασκεδάζει, όλο το μαγαζί να χορεύει.

Πιστεύετε ότι έχετε βάλει ένα λιθαράκι στη σερραϊκή διασκέδαση;

Από το 1986, εδώ και τριανταένα χρόνια, πιστεύω αν όχι ένα, έστω μισό το βάλαμε…

Τα μπουζούκια δύσκολα πεθαίνουν, ε;

Ναι, αλλά και δύσκολα γίνονται.

ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

error: Δεν επιτρέπεται η αντιγραφή. Ευχαριστούμε.