Κυριακή της Αποκριάς αναβιώνει ένα από τα παλαιότερα παραδοσιακά καρναβάλια της Ελλάδας
Είναι ένα από τα παλαιότερα παραδοσιακά καρναβάλια της Ελλάδας, με ρίζες που φτάνουν στην αρχαιότητα, και αναβιώνει κάθε χρόνο, την Κυριακή της Αποκριάς στο Βαμβακόφυτο Σερρών. Μπορεί τα κεντρικά πρόσωπα του πανάρχαιου δρώμενου, να είναι η «μπάμπω» (γιαγιά) και ο γέρος (παππούς), εξού και η ονομασία «Μπαμπούγερα» στην ντοπιολαλιά, ωστόσο την παράσταση «κλέβουν» η νύφη, ο γαμπρός οι «καλεσμένοι» και βέβαια οι αγριόμορφοι κουδουνοφόροι «τοπουζάρηδες», που με την όψη και τον σαματά τους τους προκαλούν το ενδιαφέρον.
Τα τελευταία χρόνια τα «Μπαμπούγερα» εξάπτουν όλο και περισσότερο την περιέργεια ξένων επισκεπτών, που φτάνουν στο χωριό για να ζήσουν ένα παραδοσιακό έθιμο που αποτελεί σημείο αναφοράς όχι μόνο για το Βαμβακόφυτο, αλλά και για ολόκληρη την περιοχή των Σερρών.
Νωρίς το πρωί της Κυριακής της Αποκριάς οι μπαμπούγεροι, μαζεύονται σε ένα παλιό σπίτι όπου μεταμφιέζονται όλοι μαζί για να ξεκινήσει στη συνέχεια το δρώμενο. Αρχικά βγαίνουν οι ταπουζάρηδες, τα κυρίαρχα πρόσωπα του εθίμου, φορώντας ζωόμορφες μάσκες με κέρατα, καλυμμένοι με δέρματα αιγοπροβάτων. Στη μέση τους κρέμονται μεγάλα κουδούνια και στα χέρια τους κρατούν το ταπούς (μπάλα, σφαίρα στα τουρκιά). Χτυπώντας το ταπούς στο έδαφος με δύναμη -και ιδιαίτερα σε στάσιμα νερά- προκαλούν φόβο και δέος. Ακολουθούν οι υπόλοιποι, ντυμένοι με ρούχα παλαιότερης εποχής και καλυμμένα τα πρόσωπά τους με μάσκες. Συνοδεία ζουρνάδων, η πομπή κατηφορίζει τα δρομάκια του χωριού, μέσα σε ένα εκκωφαντικό περιβάλλον από τους ήχους των κουδουνιών, τις φωνές των καρναβαλιστών και τα πειράγματα των ταπουζάρηδων στο συγκεντρωμένο πλήθος.
Το δρώμενο έχει κεντρικά πρόσωπα τον παππού και την γιαγιά που συνοδεύουν τον γαμπρό και τη νύφη. Γύρω τους φιγούρες από τα παλιά, όπως ο φωτογράφος, ο αρκουδιάρης, ο αστυνομικός, ο δάσκαλος, ο γιατρός, η νοσοκόμα, ο αυγουλάς, ο γανωτής κ.ά. Πρόσωπα που σατιρίζουν ουσιαστικά πράγματα, επαγγέλματα, άτομα και καταστάσεις που είχαν σχέση με την καθημερινή ζωή και την πραγματικότητα μιας εποχής που πλέον ανήκει στο μακρινό παρελθόν. Όλοι τους με εμφάνιση -που άλλους ξαφνιάζει και άλλους τρομάζει- όμως ιδιαίτερα ξεχωριστή και εντυπωσιακή. Όσον αφορά τον έντονο ήχο των κουδουνιών, συμβολίζει το «ξύπνημα» της φύσης από τον χειμωνιάτικο λήθαργο.
Η πολύχρωμη και πολύβουη πομπή, διασχίζει τους κεντρικούς δρόμους του χωριού, αλληλοεπιδρώντας με το συγκεντρωμένο πλήθος, «περιφρουρούμενη» από τους ταπουζάρηδες, που με άγρια διάθεση προστατεύουν τη νύφη από επίδοξους απαγωγείς, σύμφωνα με το έθιμο. Το ζευγάρι με όλη τη συνοδεία καταλήγει στην πλατεία του χωριού, όπου στήνεται μεγάλο γλέντι υπό τους ήχους παραδοσιακών οργάνων. Εκεί οι μπαμπούγεροι αποκαλύπτουν και τα πρόσωπα τους για να ξαποστάσουν.
Ερμηνεία
Τα Μπαμπούγερα με την εντυπωσιακή και επιβλητική μορφή τους, και ρίζες που φτάνουν στη λατρεία του θεού Διόνυσου, ξεχύνονται στους δρόμους και χτυπούν με το σακίδιο στάχτης που κρατούν στο χέρι τον κόσμο για να ξορκίσουν το κακό.
Η μάσκα που γίνεται από δέρματα ζώων έχει τη μορφή τράγου που συμβολίζει το ζώο που έχει δύναμη για ζωή. Επίσης τα κουδούνια που ζώνονται στη μέση βγάζουν έναν ήχο για να ξυπνήσουν τη φύση.
Τα μπαμπούγερα κατά την εποχή του Διόνυσου, ήταν σάτυροι, οι ακόλουθοι του θεού Διόνυσου όπου γλεντούσαν με μια ζωή ανέμελη με κρασί και γλέντι. Οι κωδονοφόροι κάνουν αισθητή την παρουσία τους σε όλες τις ιστορικές περιόδους ανά τους αιώνες.
Οι ετοιμασίες για το παραδοσιακό καρναβάλι ξεκινούν πολύ καιρό πριν στο «Μπαμπουγερείο». Στο εργαστήριο κατασκευάζονται παραδοσιακές ζωόμορφες μάσκες και στολές -που θα εμφανιστούν για πρώτη φορά- ή συντηρείται παλαιότερο υλικό. Στον ίδιο χώρο, εκτίθενται και πολλές μάσκες μπαμπούγερων, όπως και σε πολλές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Τον Μάρτιο μάλιστα (4.3.2023) τα Μπαμπούγερα θα συμμετείχαν στην 9η Biennale Θεσσαλονίκης, δίνοντας ξεχωριστό χρώμα παράδοσης.
To έθιμο αναβίωσε τη δεκαετία του 1980, με πρωτοβουλία του δραστήριου Μορφωτικού Λαογραφικού Ομίλου Βαμβακοφύτου (ΜΟΛΟΒ) που το συνεχίζει έως τις μέρες μας.
Αν βρεθείτε στο Βαμβακόφυτο για τα Μπαμπούγερα, εκτός από το «Μπαμπουγερείο» μπορείτε να επισκεφθείτε και το Λαογραφικό Μουσείο του ΜΟΛΟΒ, όπου υπάρχει ειδική αναφορά στο παραδοσιακό καρναβάλι του χωριού, ενώ εκτίθενται και άλλα αντικείμενα που δίνουν την εικόνα της καθημερινότητας την παλιά εποχή.
Το μουσείο στεγάζεται στο παλιό Δημοτικό Σχολείο, κτίσμα του 1931, που μετά από δεκαετίες εγκατάλειψης ανακαινίστηκε από την Ιερά Μητρόπολη Σιδηροκάστρου και σήμερα στεγάζει το Πολυδύναμο Πνευματικό Κέντρο του Βαμβακοφύτου. Πραγματικό στολίδι, το οποίο εγκαινιάστηκε το 2021 από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Στον ίδιο χώρο επίσης, εκτίθεται και η ενδιαφέρουσα λαογραφική συλλογή της Ευαγγελίας Παπακωνσταντίνου.
Χρώμα μιας άλλης εποχής
Γύρω από το σχολείο εκτείνεται ο πυρήνας του παλιού χωριού, πριν αυτό μετατοπιστεί νοτιότερα προς τον κεντρικό δρόμο που συνδέει τις Σέρρες με το Σιδηρόκαστρο και τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Περπατώντας στα στενά δρομάκια γύρω από την παλιά αγορά, θα έχετε την αίσθηση πως ταξιδεύετε πίσω στο χρόνο.
Θα δείτε την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου με το εντυπωσιακό πετρόκτιστο καμπαναριό του 1882 -ζητήστε από τους ντόπιους να σας πουν την ιστορία του- αλλά και μακεδονίτικα σπίτια ή νεότερα κτίσματα με τούβλα που παράγονταν στο τοπικό «κεραμιδαριό». Κάποια από αυτά έχουν συντηρηθεί από τους ιδιοκτήτες τους και άλλα στέκουν δυστυχώς μισοερειπωμένα, μάρτυρες της παλιάς αίγλης του Βαμβακοφύτου. Από τα παλιά σπίτια που ξεχωρίζουν είναι αυτό της οικογένειας Κιοσσέ, που επίσης στεγάζει μια ενδιαφέρουσα λαογραφική συλλογή.
Το Βαμβακόφυτο είναι ένα από τα χωριά των Σερρών με γηγενή πληθυσμό. Ο αριθμός των κατοίκων αγγίζει τους 800 με τους περισσότερους να ασχολούνται σήμερα με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Επι τουρκοκρατίας ονομαζόταν Σάβιακο, ωστόσο τη σημερινή ονομασία του την οφείλει στο γεγονός ότι παλαιότερα παρήγαγε το καλύτερο βαμβάκι της περιοχής. Το χωριό έχει αναδείξει πολλούς ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων. Το ηρώο στην παλιά πλατεία, με το επιβλητικό μαρμάρινο λιοντάρι στην κορυφή του, είναι έργο του αείμνηστου γλύπτη, ζωγράφου και αγιογράφου Γιώργου Ζλατάνη (1925-2003) Έργα ντόπιων δημιουργών επίσης, εκτίθενται σε αίθουσα του Πολυδύναμου Πνευματικού Κέντρου.
Στο ηρώο αναγράφονται οι πεσόντες σε διάφορες πολεμικές περιόδους της νεότερης ιστορίας της χώρας, αλλά και την εποχή του Μακεδονικού Αγώνα (1904-1908), όταν το χωριό πλήρωσε βαρύ τίμημα αίματος, επειδή όρθωσε ανάστημα στις μεθοδεύσεις των Βούλγαρων κομιτατζήδων.
Σχεδόν 6 χλμ. βορειοανατολικά του χωριού, μέσα σε ένα γραφικό καταπράσινο περιβάλλον, βρίσκεται το εξωκλήσι της Ζωοδόχου Πηγής. Λίγο παραπάνω, μέσα από έναν ψηλό και απότομο βράχο, αναβλύζει το αγίασμα. Κάθε χρόνο την Παρασκευή της Διακαινησίμου, πραγματοποιείται μεγάλο πανηγύρι, που συγκεντρώνει ντόπιους και ξένους επισκέπτες. Σύμφωνα με την παράδοση στην θέση αυτή υπήρχε παλαιότερα μοναστήρι.
Οι άνθρωποι του ΜΟΛΟΒ, που διοργανώνουν και φέτος τα Μπαμπούγερα, είναι στη διάθεσή σας να σας δώσουν κάθε πληροφορία για το πανάρχαιο δρώμενο αλλά το χωριό που κρύβει πολλά μικρά όμορφα «μυστικά», που αξίζει να ανακαλύψετε ανηφορίζοντας τα στενά και τα γειτονιές του.
Το κείμενο είναι του Παναγιώτη Σαββίδη / Αναδημοσίευση από το travel.gr
Οι φωτογραφίες είναι από την ιστοσελίδα molov1982.com