“Μια μάχη μετά την άλλη” του Πολ Τόμας Άντερσον
Ο Μπομπ (ΝτιΚάπριο), πρώην μέλος μιας επαναστατικής οργάνωσης, ζει κρυμμένος και με άλλη ταυτότητα μεγαλώνοντας μόνος του την 16χρονη κόρη του. Μια μέρα όμως το παρελθόν –και συγκεκριμένα ο συνταγματάρχης Λόκτζο (Πεν)– θα τον εντοπίσει. Και ο Μπομπ θα πρέπει να προστατέψει την κόρη του.
Όσοι βλέπετε φανατικά τις ταινίες του Άντερσον, ξεχάστε ό,τι ξέρατε. Το συχνά χαλαρό (ή και αργό) κινηματογραφικό του στιλ εδώ δεν υπάρχει ούτε για ένα λεπτό – απεναντίας, έχουμε 161 φρενήρη λεπτά καταιγιστικής δράσης, αγωνίας και κυνηγητού, με τη μουσική από πίσω να δίνει συνεχώς ένα σπιντάτο τέμπο.
Το σενάριο είναι από μόνο του ιντριγκαδόρικο και δημιουργεί μια χαώδη (με την καλή έννοια) υπόθεση. Αλλά το σενάριο δεν θα έφτανε, αν η ταινία δεν είχε παράλληλα αυτόν τον έντονο ρυθμό, τη μαεστρική σκηνοθεσία (το κυνηγητό με τα αυτοκίνητα στις ανηφόρες και κατηφόρες του αυτοκινητόδρομου είναι αριστούργημα) και τους τρομερούς ήρωες, που τους ενσαρκώνουν με αξέχαστες ερμηνείες οι ηθοποιοί.
ΝτιΚάπριο καλός όπως πάντα, ο Πεν έχει πιο αβανταδόρικο ρόλο και ξεχωρίζει, ο Ντελ Τόρο δίνει το στίγμα του (αλλά περίμενα περισσότερα και μεγαλύτερο σε διάρκεια ρόλο).
Ο Άντερσον ζυγίζει πολύ καλά τη δράση, την αγωνία, το χιούμορ και παραδίδει μια ταινία που μπορείς να τη χαρακτηρίσεις και περιπέτεια και μαύρη κωμωδία και σάτιρα – αυτό το τελευταίο με την έννοια ότι κρύβει πολλά μηνύματα και ασκεί κριτική σε πολλές καταστάσεις, αν θέλεις να το αναλύσεις περισσότερο μετά την προβολή.
Το πέρασμα της ταινίας από τις αίθουσες είναι σαρωτικό – και δικαίως, γιατί την απολαμβάνεις εύκολα και σε κάθε περίπτωση: είτε θέλεις κάτι να σε κρατήσει στην τσίτα είτε θέλεις να διασκεδάσεις είτε να προβληματιστείς λίγα παραπάνω με τα όσα βλέπεις. Χαμένος πάντως από το σινεμά δεν βγαίνεις.
(Η ταινία θα παίζεται στο Κρόνιο μέχρι και τις 22/10).