Η χρυσή εποχή του βινυλίου στα 80s και… το comeback!

Σε αυτό το περιοδικό είμαστε ρομαντικές ψυχές και αγαπάμε πολύ τα flash backs και πολύ περισσότερο αυτά που αποπνέουν συναίσθημα και μουσική. Άλλωστε αυτά τα δύο πάνε πακέτο! Βρήκαμε, λοιπόν, δύο ανθρώπους, τον Χάρη Δελλή και τον Βασίλη Γκόγκα, που «έφαγαν» τα νιάτα τους στα δισκάδικα της πόλης και μας μίλησαν για τη «χρυσή» εποχή των 80s, τα βινύλια, αλλά και το δυναμικό come back της disco μουσικής.

Της Μαριάννας Τσιολπίδου

Η αγάπη σου για το βινύλιο πώς προέκυψε; Συγκέντρωνες δίσκους από την εποχή των 80s ή προέκυψε στην πορεία;

Χ.Δ. Η αγάπη μου και το πάθος μου για το βινύλιο ξεκίνησε από πολύ μικρή ηλικία. Φαντάσου ήμουν 13 ετών, εκεί στην πρώτη γυμνασίου, όταν ξεκίνησα να αγοράζω βινύλια από τα χαρτζιλίκια των γιαγιάδων. Ό,τι χρήματα αποταμίευα φεύγανε για αγορά δίσκων. Δεν σου κρύβω ότι το πρώτο είδος μουσικής, που ήταν μεγάλο σχολείο για μένα, ήταν η heavy metal σκηνή. Είχα πολύ μεγάλη δισκοθήκη από Iron Maiden κλπ. Ο όρος heavy metal ξινίζει σε κάποια αυτιά, επειδή θεωρούν ότι είναι αρκετά σκληρή μουσική, κάτι με το οποίο εγώ διαφωνώ καθέτως. Όλοι οι μεγάλοι dj που ξεκίνησαν πέρασαν από αυτήν τη μουσική. Φαντάσου ότι είχαμε μια μουσική παιδεία στα χρόνια του γυμνασίου.

Β.Γ. Η αγάπη μου για το βινύλιο ξεκίνησε αρχικά από την αγάπη μου για τη μουσική, γιατί πρώτα συλλέγουμε μουσική και μετά συλλέγουμε δίσκους. Ο δίσκος δεν είναι ένα είδος φετίχ που το παίρνουμε και το βλέπουμε, είναι κάτι ζωντανό, αναπνέει. Εγώ από τον πατέρα μου ξεκίνησα, που μου έγραφε κάποιες κασέτες με τα hits της εποχής του 1982-84, επειδή είχε φίλους που είχανε δισκάδικα. Έτσι, άρχισα να αγαπώ τη μουσική και έτσι προέκυψε η αγάπη για τον δίσκο, γιατί τότε το format που μπορούσες να ακούσεις στη μουσική ήταν μόνο το βινύλιο.

Χάρης Δελλής: «Τα δισκάδικα ήταν μουσική παιδεία»

Τι σημαίνει για σένα το βινύλιο; Θυμάσαι ποιος ήταν ο πρώτος δίσκος που απέκτησες;

Χ.Δ. Το βινύλιο είναι όλη μου η ζωή. Η μουσική βασικά είναι όλη μου η ζωή. Το βινύλιο είναι η μοναδική μορφή μουσικής που παντρεύει όλα τα συναισθήματα και την αισθητική πέρα από την ακουστική. Το να μπεις στη διαδικασία -που σήμερα δεν μπορεί να γίνει δυστυχώς- να πας σε ένα δισκάδικο είναι μαγευτικό. Φαντάσου όλο το feeling του να βγεις στην αγορά, να πας σε δισκάδικα, να δεις τις καινούριες κυκλοφορίες, να βάλεις τον δίσκο στο αυτί σου να τον ακούσεις, να τον αγοράσεις, μετά να πας στο σπίτι, να τον ανοίξεις, να τον βάλεις στο πικάπ, να ανοίξεις να διαβάσεις τους στίχους… Η αίσθηση και η αφή του βινυλίου, η μυρωδιά ακόμη θα έλεγα, και η ακουστική δεν μπορούν να συγκριθούν με καμία άλλη μορφή της τεχνολογίας. Είμαι κάθετος σε αυτό. Ο πρώτος δίσκος που αγόρασα ήταν το 1987 Def leppard hysteria, ένας δίσκος που είχε σαρώσει στα chart. Τα τρία πρώτα μου βινύλια ήταν: Def leppard «Hysteria», Βασίλης Παπακωνσταντίνου «Χαιρετίσματα» και Michael Jackson «Bad».

Β.Γ. Μπορεί να ακουστεί λίγο κοινότοπο, αλλά για μένα το βινύλιο είναι τρόπος ζωής, δηλαδή από τη στιγμή που θα ακούσω ένα τραγούδι και θα μου αρέσει, η επόμενη σκέψη είναι να το αποκτήσω σε δίσκο και όχι απλώς να το κατεβάσω από το ίντερνετ. Ό,τι μ’ αρέσει θα το ψάξω ή θα πάω σε ένα δισκάδικο στη Θεσσαλονίκη να το βρω ή θα το παραγγείλω, γιατί έτσι σημαίνει για μένα ότι το έχω πάνω μου, το έχω μαζί μου. Δεν μπορώ να το έχω σε άλλη μορφή. Αλλιώς δεν αισθάνομαι ότι είναι δικό μου. Το βινύλιο είναι ένα στιγμιότυπο της ζωής. Εγώ έτσι το αισθάνομαι. Έχω τον δίσκο, θυμάμαι πότε τον πήρα, γιατί τον πήρα, τον έχω στο ράφι και όποτε τον ακούω μου έρχονται οι εικόνες, μου θυμίζει στιγμές. Ο πρώτος μου δίσκος ήταν ο «Ocean Rain» από ένα αγγλικό ροκ συγκρότημα που υπάρχει ακόμη, το «Echo & the Bunnymen» από το δισκάδικο της πόλης μας «Δίσκοι, κασέτες, Καρπέτας», που είχε κυρίως δίσκους από λαϊκούς καλλιτέχνες, όπως Τζένη Βάνου κλπ, αλλά είχε και μία γωνιά με δίσκους new wave, το ροκ της εποχής.

Βασίλης Γκόγκας: «Το βινύλιο είναι ένα στιγμιότυπο της ζωής»

Μπορείς να θυμηθείς το πρώτο δισκάδικο της πόλης μας και πού βρισκόταν; Σήμερα υπάρχουν δισκάδικα;

Χ.Δ. Το πρώτο δισκάδικο δύσκολο! Αλλά έζησα τη χρυσή εποχή των δισκάδικων στην πόλη και θυμάμαι πάρα πολλά. Είχαμε -για επαρχιακή πόλη- πάρα πολλά δισκάδικα. Ο πρώτος δίσκος που αγόρασα ήταν από το πιο ενημερωμένο για την εποχή τότε, το Μelody Maker, το οποίο βρισκόταν στην Πλατεία Εμπορίου και μέχρι πριν από λίγο καιρό ήταν ανοιχτό. Επίσης, υπήρχε και ένα ακόμα δισκάδικο στη Γεωργίου Παπανδρέου το οποίο λεγόταν Rock House και είχε αποκλειστικά ροκ μουσική και heavy metal. Πήγαινες από κει και είχε όλη τη δικογραφία των Iron Maiden και των Metallica. Σκέψου ότι η πόλη είχε τη δυνατότητα να στηρίζει δισκάδικα με συγκεκριμένο είδος μουσικής. Ήταν ακόμη το δισκάδικο του Κουντουρά που κάλυπτε όλα τα είδη μουσικής και μάλιστα ο Κουντουράς στην Κωστοπούλου με Τσαλοπούλου γωνία είχε δύο δισκάδικα. Συγκεκριμένα, είχε ένα ο πατέρας και ένα ο γιος. Το ένα ήταν αποκλειστικά για ελληνική μουσική και το άλλο ήτανε για ποπ, ροκ και ό,τι καινούριο έβγαινε. Ακόμη, υπήρχε το Disc-O-matic, το δισκάδικο του Δαλίσκα… Η πόλη είχε τουλάχιστον 10 δισκάδικα σίγουρα. Σήμερα, έχω την εντύπωση ότι έχει μείνει το ΝΤΟΡΕΜΙ το οποίο επιβιώνει από τότε και έχει κάποιους δίσκους. Όταν δημιουργήθηκε το youtube και η δωρεάν μουσική από το ίντερνετ, όπως καταλαβαίνεις, ήταν και η εύκολη λύση για κάποιον να ακούσει μουσική, να κατεβάσει μουσική και να δημιουργήσει ένα αρχείο mp3 που θα ήταν και δωρεάν. Τα δισκάδικα ήτανε μουσική παιδεία, ήτανε μουσικό σχολείο και γι’ αυτό η μουσική του τότε με τη μουσική του σήμερα δεν συγκρίνεται.

Β.Γ. Δεν το θυμάμαι το πρώτο, γιατί εγώ όταν ξεκίνησα να παίρνω δίσκους το ‘87 υπήρχαν ήδη πολλά δισκάδικα. Θυμάμαι όμως το Μelody Maker, το δισκάδικο του Κουντουρά στην Τσαλοπούλου, ήταν το ΝΤΟΡΕΜΙ, ήταν το δισκάδικο του Δαλίσκα στην Π.Κωστοπούλου, το οποίο ήταν πάρα πολύ ψαγμένο για την εποχή του, δηλαδή είχε εναλλακτικούς δίσκους που δεν τους έβρισκες ούτε Αθήνα ούτε Θεσσαλονίκη. Σήμερα, δυστυχώς, έχουν σχεδόν όλα εξαφανιστεί από την πόλη και αυτό μου λείπει πολύ, γιατί το δισκάδικο ήταν ένας τόπος συνάντησης ανθρώπων που είχαν κοινά ενδιαφέροντα και την ίδια αγάπη για το βινύλιο. Φυσικά, δεν ανταλλάζαμε δίσκους, παρά μόνο πληροφορίες. Κανένας συλλέκτης δεν ανταλλάσσει δίσκους.

Μπορείς να εξηγήσεις στους αναγνώστες μας τι σημαίνει δίσκος 45 στροφών;

Χ.Δ. Η δίσκοι χωρίζονται σε δίσκους 33 στροφών και 45 στροφών, αυτά που λέμε 45άρια, δηλαδή τα μικρά δισκάκια που είχαν ένα single και γι’ αυτό και ήταν συλλεκτικά. Πολλά συγκροτήματα πριν βγάλουν το άλμπουμ τους έγραφαν κάποια single με τις επιτυχίες, τα hits. Μάλιστα υπήρχαν ηχογραφήσεις τραγουδιών που δεν υπήρχαν στο album των 33 στροφών, κάτι που λειτουργούσε ως κίνητρο για να αγοράσεις πρώτα το 45άρι κι έπειτα ολόκληρο το άλμπουμ.

Β.Γ. Τα 45αράκια, τα μικρά τα δισκάκια, ξεκίνησαν να βγαίνουν στη δεκαετία του ‘50. Έβγαζαν ένα τραγούδι στην A side και ένα στη B side. Αργότερα που μεγάλωσε η αγορά άρχισαν να βγαίνουν και δίσκοι των 33 στροφών. Σε σχέση με αυτά, τα 45αρια πάνω στο πικάπ γυρίζουν πιο γρήγορα.

Τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε ότι διοργανώνονται στις Σέρρες disco party. Μια εποχή που σημαδεύτηκε από το βινύλιο. Τελικά, τι είναι αυτό που ψάχνει ο κόσμος και επιζητά σε μουσικό επίπεδο στα 80s;

Χ.Δ. Η επιστροφή στα 80s σχετίζεται με το συναίσθημα και την αισθητική της μουσικής της ντίσκο που προερχόταν αυστηρά και μόνο από το βινύλιο. Η μουσική αυτή δημιουργούσε ένα feeling κάτω στο κοινό. Ο κόσμος έβγαινε για να ακούσει μουσική και για να χορέψει. Επίσης, πρόσεχε τη μουσική, γιατί ήταν όλη μέρα στα ραδιόφωνα. Έβγαινε να αγοράσει δίσκους. Είχε επαφή ο κόσμος τότε με τη μουσική και έγραφε κασέτες. Αυτό το πράγμα είναι που έχει λείψει. Πλέον, ακόμα και οι σημερινές επιτυχίες της εποχής είναι κατά 80% διασκευασμένα κομμάτια των 80s και των 90s. Γι’ αυτό, λοιπόν, ο κόσμος επιζητάει αυτά τα πάρτι. Γιατί εκείνη η εποχή είχε συναίσθημα και αισθητική και έχουμε τόση ανάγκη να τα επαναφέρουμε και τα δύο.

Β.Γ. Το βινύλιο τη δεκαετία του ‘80 ήταν το απόλυτο μέσο για να ακούσεις και να αγαπήσεις τη μουσική. Αυτή η επιστροφή πιστεύω ότι οφείλεται στη γενικότερη νοσταλγία για τα vintage πράγματα, για τις εποχές που έζησαν οι γονείς και τις περιγράφουν στα παιδιά τους. Είναι μια χρονοκάψουλα δηλαδή για να πάρουμε μυρωδιά πώς ζούσαν και εκείνες οι γενιές. Επιπλέον, η αγάπη για τον δίσκο είναι κάτι το διαχρονικό, γιατί έτσι αγαπάς τον καλλιτέχνη μέσα από τον δίσκο. Όταν ακούς έναν καλλιτέχνη και τον αγαπάς, το αμέσως επόμενο που θα κάνει ένας μουσικόφιλος είναι να αποκτήσει το έργο του, να πάρει τον δίσκο, γιατί έτσι ολοκληρώνεται η σχέση του μαζί του. Γεννιούνται συναισθήματα και αυτά τα συναισθήματα δημιουργούνε την ανάγκη να αγοράσεις τον δίσκο, να τον έχεις σπίτι, να τον βάλεις πάνω στο πικάπ και να τον ακούσεις. Πιστεύω ότι είναι μια απόλυτη σχέση. Τέλος, σε αυτήν την εποχή που ζούμε έχουν γίνει όλα τόσο εύκολα με την οθόνη, τις εικόνες και τον υπερκορεσμό πληροφοριών που οι άνθρωποι επιστρέφουν σε εκείνες τις εποχές γιατί ήταν πιο ανέμελες και υπήρχε περισσότερη προσωπική επαφή. Έπαιρνες τον άλλον τηλέφωνο, πήγαινες σπίτι του και ίσως αυτό το πράγμα είναι που λείπει, η επαφή, γι’ αυτό και έχουνε απήχηση τα disco πάρτι.

Τελικά, ο ήχος των βινυλίων είναι όντως καλύτερος από αυτόν των mp3;

Χ.Δ. Ο ήχος του βινυλίου είναι δυσαναπλήρωτος. Δεν μπορεί να συγκριθεί με κανέναν άλλον ήχο, με καμία άλλη μορφή της τεχνολογίας, ούτε με το mp3, ούτε με το mp4, ούτε με το cd.

Β.Γ. Ο αναλογικός ήχος είναι 100% καλύτερος. Είναι ο φυσικός ήχος. Όταν βάζεις ένα κομμάτι να ακούσεις είναι σαν να βρίσκεσαι μέσα στο στούντιο ηχογράφησης μαζί με τον καλλιτέχνη. Είναι ο ήχος που πιάνεται στον αέρα, φιλτράρεται μέσα από ένα κανάλι και αποτυπώνεται πάνω στο κερί, πάνω στον δίσκο. Δεν επιδέχεται καμιά ψηφιοποίηση και καμιά περαιτέρω επεξεργασία.

Τέλος, πες μου έναν μύθο και μια αλήθεια γύρω από το βινύλιο που δεν γνωρίζουμε.

Χ.Δ. Μύθος: Στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 άρχισε από τις εταιρείες να κυκλοφορεί το compact disc, δηλαδή άρχισαν να βγαίνουν τα cd, τα οποία προσπαθούσαν οι εταιρείες να τα προωθήσουν σαν μία πιο καλή μορφή ήχου, το οποίο ήταν μύθος, γιατί δεν μπορούσε τίποτα να συγκριθεί με τον αναλογικό ήχο του βινυλίου. Αλήθεια: Παρόλο που τότε υπήρχε η τάση ο κόσμος να αγοράζει cd, μετά από 25-30 χρόνια βλέπουμε ότι η αξία του βινυλίου έχει μείνει ανεκτίμητη και διαχρονική, ενώ το cd πλέον το πετάνε, ούτε το κρατάνε, ούτε το δανείζουν, το πετάνε κυριολεκτικά. Δεν έχει καμία αξία. Αντίθετα, το βινύλιο έχει αξία και μάλιστα πολλά συλλεκτικά άλμπουμ κοστίζουν πολύ. Σκέψου ότι στο διαδίκτυο μπορείς να βρεις ένα cd με 50 λεπτά ή με 1 ευρώ, ενώ βινύλιο κάτω από 10-15 ευρώ δεν πρόκειται να βρεις.

Β.Γ. Μύθος: Ένας μύθος που υπάρχει για το βινύλιο είναι ότι χαλάει. Πρόκειται πέρα για πέρα για μύθο. Τα βινύλια κρατάνε για πάντα. Δεν αλλοιώνεται ο ήχος τους. Έχω δίσκο των Rolling Stones της δεκαετίας του ‘60, του οποίου ο ήχος είναι κρύσταλλο μετά από 6 δεκαετίες, σε αντίθεση με τα cd. Αλήθεια: Γνωστοί καλλιτέχνες Αμερικάνοι, Άγγλοι, κυκλοφορούσαν έναν δίσκο σε 50 αντίτυπα στην αρχή για τους καλλιτέχνες και τους μουσικούς της μπάντας ώστε να τον εγκρίνουν. Αν τον ενέκριναν, περνούσαν σε πιο μαζική παραγωγή. Αυτοί οι πρώτοι δίσκοι αργότερα άρχισαν και να φεύγουν από τα χέρια των καλλιτεχνών και πήγαιναν σε δεύτερα και τρίτα χέρια. Αυτοί οι δίσκοι σήμερα κοστίζουν πολλές χιλιάδες ευρώ.

(Δημοσιεύτηκε στο έντυπο Ser-Free, τ.64, Δεκέμβριος 2023)

Προηγούμενο άρθρο“Τρωάδες” του Ευριπίδη
Επόμενο άρθροSea of Spa: extension βλεφαρίδων!

ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

error: Δεν επιτρέπεται η αντιγραφή. Ευχαριστούμε.