Το «Αγγελοχώρι» ήταν το μεγαλύτερο κινηματογραφικό ντεκόρ που έχει στηθεί έως σήμερα στην Ελλάδα
Του Παναγιώτη Σαββίδη / Φωτογραφίες: Χριστίνα Παπαφράγκου
Τον χειμώνα η Κερκίνη θυμίζει αγγελοπουλικό τοπίο. Μελαγχολική, βυθισμένη στην υγρασία και στις χαμηλές θερμοκρασίες, με την πρωινή ομίχλη να θολώνει τα μοναδικά χρώματα της φύσης και την απέραντη γαλήνη να καλύπτει τα νωχελικά νερά της.
Είναι αυτό το «τοπίο στην ομίχλη» που λάτρεψε από την πρώτη στιγμή που επισκέφθηκε τη λίμνη και τον σπάνιο υγρότοπο της, στο Β.Δ. τμήμα των Σερρών, ο σπουδαίος σκηνοθέτης μας Θεόδωρος Αγγελόπουλος επιλέγοντάς την ως φυσικό ντεκόρ για την ταινία: «Το λιβάδι που δακρύζει» το 2004. Πρώτο μέρος της τελευταίας ανολοκλήρωτης τριλογίας του.
Για τις ανάγκες της ταινίας αυτής, προτελευταίας πριν τον πρόωρο χαμό του το 2012, «κτίστηκε» στον πυθμένα της Κερκίνης, την εποχή που τα νερά υποχωρούν κάθε χρόνο, ένα ολόκληρο μακεδονίτικο κινηματογραφικό χωριό, των αρχών της δεκαετίας του 1930.
Το «Αγγελοχώρι» όπως το αποκαλούσαν οι ντόπιοι στις Σέρρες, «κτίστηκε» στα τέλη του 2001 στο ανατολικό ανάχωμα της λίμνης, ανάμεσα στα χωριά Μεγαλοχώρι και Λιμνοχώρι, με εντελώς παραδοσιακό τρόπο από πλίνθους, ξύλα, κεραμίδια κ.α. τα οποία συγκεντρώθηκαν από παλιά μισοερειπωμένα σπίτια της περιοχής.
Αφού ολοκληρώθηκε η κατασκευή του χωριού, ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος περίμενε υπομονετικά, όχι μόνο να βυθιστούν τα σπίτια στα νερά της λίμνης, αλλά να δημιουργηθούν και οι αναγκαίες καιρικές συνθήκες, ομίχλη, κρύο, ψιλόβροχο και περιορισμένη ορατότητα, προκειμένου να ξεκινήσουν και να ολοκληρωθούν τα γυρίσματα της ταινίας. Το έργο εξιστορούσε ουσιαστικά τα γεγονότα του 20ου αιώνα στην Ελλάδα -μέσα από τη σχέση δύο ανθρώπων- από το 1919 και την έλευση ομογενών προσφύγων από την Οδησσό έως το 1949 με το τέλος του ελληνικού εμφυλίου πολέμου.
Να σημειωθεί πως ο σκηνοθέτης, όλη την περίοδο των γυρισμάτων, είχε αναπτύξει ιδιαίτερες σχέσεις με τα παραλίμνια χωριά, κάτοικοι των οποίων συνέβαλλαν με κάθε τρόπο στο γύρισμα της ταινίας, είτε ως κομπάρσοι είτε ως τεχνίτες στην κατασκευή των πλινθόκτιστων σπιτιών.
Η έμπνευση για την μουσική της ταινίας
Το αγγελοπουλικό τοπίο της Κερκίνης, ενέπνευσε την δημιουργό Ελένη Καραΐνδρου, να συνθέσει το βασικό θέμα της μουσικής που συνόδευσε την ταινία: «Το λιβάδι που δακρύζει».
Η ίδια είχε δηλώσει σχετικά: «Βρέθηκα μπροστά σ’ ένα απίστευτο τοπίο. Περπατούσα στον απέραντο βυθό μιας λίμνης, στην Κερκίνη, σε μια χειμερινή εποχή που τα νερά είχαν τραβηχτεί πολύ μακριά, αφήνοντας μικρές λιμνούλες και ποταμάκια. Είχε πυκνή ομίχλη, πέρα στον ορίζοντα απλωνόταν η λίμνη και γύρω-γύρω βουνά. Στη μέση του απέραντου οριζόντιου τοπίου ένα μοναχικό δέντρο και μπροστά μου ένα χωριό των αρχών του αιώνα που ο Θ. Αγγελόπουλος βάλθηκε να αναστήσει, για να στεγάσει τους πρόσφυγές του από την Οδησσό. Το κρύο διαπεραστικό, η ομίχλη πυκνή, οι πρώτες φιγούρες άρχισαν να διαγράφονται στον ορίζοντα. Τα ταξίδι της φαντασίας είχε ξεκινήσει. Εκείνο το βράδυ ονειρεύτηκα αυτές τις ψυχές, καθώς έρχονταν να ακουμπήσουν τις ελπίδες τους στη νέα γη, στη γη των προγόνων τους. Ένα νέο αγόρι, κρατώντας ένα ακορντεόν, ζωντανεύει χρώματα και ρυθμούς».
Το «Αγγελοχώρι» που χάθηκε μαζί με την τουριστική ατραξιόν
Το «Αγγελοχώρι» ήταν το μεγαλύτερο κινηματογραφικό ντεκόρ, που έχει στηθεί έως σήμερα στην Ελλάδα και ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη. Σχεδιάστηκε από τον αείμνηστο σκηνογράφο Γιώργο Πάτσα (1944-2018) και κατασκευάστηκε με κάθε λεπτομέρεια από την εταιρεία παραγωγής CL Productions. Κάτω από την στενή επίβλεψη του Θεόδωρου Αγγελόπουλου και των συνεργατών του, κατασκευάστηκαν συνολικά 92 σπίτια, η εκκλησία, το κοινοτικό κατάστημα και το διώροφο καφενείο του «χωριού», όλα μεταφερόμενα και χωρίς θεμέλια.
Την εποχή των γυρισμάτων της ταινίας, και το διάστημα που ακολούθησε μετά την προβολή της στους κινηματογράφους το 2004, δεκάδες Έλληνες και ξένοι επισκέπτες έφταναν στο ανατολικό ανάχωμα της Κερκίνης, προκειμένου να θαυμάσουν και να φωτογραφίσουν το «Αγγελοχώρι» που η φήμη του είχε ξεπεράσει τα σύνορα της χώρας. Έως σήμερα επαγγελματίες του τουρισμού στο βόρειο άκρο των Σερρών, μιλούν για το πόσο σημαντικά συνέβαλλε στην προβολή της Κερκίνης το «Λιβάδι που δακρύζει» και το κινηματογραφικό «χωριό» που στήθηκε πριν από 20 χρόνια, αυξάνοντάς σημαντικά εκείνη την εποχή την επισκεψιμότητα στην περιοχή, έως την καταστροφή του εντυπωσιακού σκηνικού, τόσο από τα νερά της λίμνης και των στοιχείων της φύσης όσο και από το πλιάτσικο επιτήδειων, που το αποψίλωσαν από οτιδήποτε χρήσιμο.
Δυστυχώς μετά το τέλος των γυρισμάτων, την ολοκλήρωση και την προβολή της ταινίας το 2004, οι αρμόδιες Αρχές στις Σέρρες δεν κινήθηκαν προκειμένου να διασωθεί το σκηνικό, ώστε να αποτελεί μια μόνιμη τουριστική ατραξιόν στην περιοχή της Κερκίνης. Παρά τις υποσχέσεις αρμοδίων εκείνη την εποχή, ουδείς ενδιαφέρθηκε στη συνέχεια προκειμένου το εντυπωσιακό σκηνικό, να «ξεστηθεί» οργανωμένα και να «κτιστεί» εκ νέου δίπλα στη Κερκίνη σε θέση που δεν θα το κατέστρεφαν τα νερά της λίμνης, αποτελώντας έναν σημαντικό πόλο έλξης επισκεπτών.
Το 2002 όταν ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος είχε επισκεφθεί και πάλι τις Σέρρες, σε μία εκδήλωση αφιερωμένη στον ίδιο, είχε δηλώσει απογοητευμένος εκφράζοντας την απορία του, γιατί οι τοπικές Αρχές δεν ενδιαφέρθηκαν ώστε σωθεί το «Αγγελοχώρι» ως μια σημαντική τουριστική ατραξιόν. Μία κίνηση που είχε γίνει το 2015 από τον Δήμο Σιντικής, στα όρια του οποίου γυρίστηκε η ταινία, προς την κατεύθυνση «κτισίματος» εκ νέου του χωριού σε ασφαλή θέση, παρέμεινε στα χαρτιά.
Σήμερα μόνο κομμάτι του κορμού του δέντρου που ορθωνόταν δίπλα από το διώροφη πλινθόκτιστη κατοικία στο κέντρο του «χωριού» εξέχει από το νερό, ενώ όταν πέφτει η στάθμη οι -διασκορπισμένοι στον πυθμένα- σωροί από τα τούβλα μαρτυρούν πως κάποτε εκεί βρισκόταν το «Αγγελοχώρι».
Η Σερραία φωτογράφος του «Λιβαδιού»
Η Σερραία φωτογράφος Χριστίνα Παπαφράγκου είχε αφιερώσει ώρες ολόκληρες την περίοδο 2001-2002, προκειμένου να απαθανατίσει με τον φωτογραφικό της φακό, στιγμές από τα γυρίσματα της ταινίας «Το λιβάδι που δακρύζει» όσο και από το «χωριό» που κτίστηκε μέσα στην Κερκίνη και στη συνέχεια χάθηκε στα νερά της. Μέρος των φωτογραφιών, παρουσιάστηκαν στη συνέχεια σε εκθέσεις φωτογραφίας στις Σέρρες, στην Θεσσαλονίκη και αλλού, με τίτλο: «Η λίμνη που δακρύζει».
«Θυμάμαι το σκηνικά που με συγκινούσαν κάθε φορά που τα έβλεπα. Άλλοτε με χιόνια, άλλοτε με τη συννεφιά που τόσο αγαπούσε ο Αγγελόπουλος ή στο ηλιοβασίλεμα. Οι ηθοποιοί και οι κομπάρσοι εναρμονιζόταν με το μαγικό αυτό περιβάλλον, με τις φορεσιές της εποχής» μας λέει η Χριστίνα Παπαφράγκου για τα όσα φωτογράφισε την εποχή των γυρισμάτων της ταινίας.
Για την ίδια η ανεξάντλητη Κερκίνη, αποτελεί αγαπημένο θέμα των φωτογραφικών της αναζητήσεων. «Κάθε φορά που φωτογραφίζω στην Κερκίνη, τα συναισθήματα μου είναι ποικίλα. Νιώθω γαληνή και ηρεμία χάρη στο νερό, αλλά και ένταση πολλές φορές, για να προλάβω το πέταγμα των πουλιών ή να πετύχω τον συνδυασμό των χρωμάτων σε ένα κάδρο. Η λίμνη είναι τόσο διαφορετική κάθε εποχή, αλλά και από ώρα σε ώρα μέσα στη διάρκεια της ημέρας, αποτελώντας μια ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης» αναφέρει.
Προηγήθηκε το «Μετέωρο βήμα του πελαργού»
Εκτός από την λίμνη Κερκίνη και ο ποταμός Στρυμόνας, στην ίδια περιοχή, υπήρξε αγαπημένο φυσικά ντεκόρ του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, με την ταινία το «Μετέωρο βήμα του πελαργού» το 1991. Ένα έργο για την προσφυγιά, όπου ο ποταμός Στρυμόνας και η γέφυρα στο ύψος του χωριού Βυρώνειας, χρησιμοποιήθηκαν ως «κινηματογραφικό» σύνορο δύο χωρών, με τον πρωταγωνιστή Μαρτσέλο Μαστρογιάννι, να δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας παρά το τσουχτερό κρύο της εποχής.
Οι σεκάνς του γάμου στις όχθες του ποταμού -σύνορο και των εναεριτών με τις κίτρινες νιτσεράδες στους τηλεφωνικούς στύλους, άφησαν εποχή. Επίσης, και άλλες παραλίμνιες περιοχές χρησιμοποιήθηκαν για τα γυρίσματα της ταινίας, στην οποία έλαβαν μέρος είτε ως κομπάρσοι είτε με μικρούς ρόλους και κάτοικοι της περιοχής.
Η Κερκίνη είναι από τις λίμνες εκείνες που «ερωτεύεσαι» με την πρώτη ματιά. Όπως την «ερωτεύτηκε» και ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος, βραβευμένος και με τον «Χρυσό Φοίνικα» στο Φεστιβάλ Καννών το 1998, όταν βρέθηκε για πρώτη φορά στην περιοχή, στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Δεν είναι μόνο τα δεκάδες σπάνια πουλιά -τα χρώματά και οι ήχοι τους- που φιλοξενεί ο υγρότοπός της και το μαγικό καθρέφτισμα των ορεινών όγκων που την περιβάλλουν στα νωχελικά νερά της. Είναι και η ηρεμία και η αύρα που εμπνέει το τοπίο, από όποια «γωνιά» και αν δεις την λίμνη, που αν και τεχνητό έργο, έγινε στη συνέχεια ένα με τη φύση.
Πληροφορίες:
kerkinilike.gr
facebook.com/christina.papafragou
theoangelopoulos.gr
Πηγή: travel.gr