Τα πεσκέσια, του Τάσου Χανλίογλου

Στεκόμασταν όρθιοι σε παράταξη σαν τους τρεις σωματοφύλακες που ήταν τέσσερις, διαφυλάσσοντας ότι ακόμη μας είχε απομείνει, αλλά με κάποια αστεία μορφή.

Στόχος μας ήταν να τελειώνουμε μια ώρα αρχύτερα και να την κάνουμε. Άνοιξε η πόρτα και εμφανίστηκε ένα έγχρωμο ον εκπάγλου καλλονής, ίσα με δύο μέτρα. Δεν αργήσαμε και καταλάβαμε ότι επρόκειτο για τη διοικητή του μικρού αστυνομικού τμήματος 60 χιλιόμετρων έξω από το Λονδίνο. Στο προαύλιο του στρίμωχναν ό,τι όχημα είχε βρεθεί να παρανομεί. Τα μάζευαν από όπου οι παραβατικοί ιδιοκτήτες είχαν υποπέσει σε παράπτωμα.

Ένας από τους ασυνείδητους ήμουνα και εγώ νομίζοντας ότι επειδή είμαστε τουρίστες θα μας την χάριζαν. Αμ δε. Ως μια παράξενη τετράς από Ελλάδα μεριά, αλλά από διαφορετικών “χωρών” των Σερρών περιμέναμε την ετυμηγορία καθώς η πανέμορφη νέγρα διοικητής είχε ήδη δώσει εντολή και η γραμματεύς δακτυλογραφούσε το κατηγορητήριο.

Αναλογιζόμασταν πού θα βρίσκαμε σε συνάλλαγμα το ενδεχομένως υψηλό κόστος και από την άλλη όμως θεωρούσαμε τους εαυτούς μας τυχερούς που θα μας τιμωρούσε μια τέτοια γυναίκα. Ακούγαμε τα πλήκτρα σαν καμπάνες και αποσβολωμένοι από το ον που μας έτυχε σιωπούσαμε με μένα να βλέπω το αυτοκίνητό μου να με περιμένει παραπονεμένο, που εξαιτίας μου ταλαιπωρήθηκε. Με τα μάτια, οι τέσσερις συμφωνήσαμε σε μια ιδέα και βάλαμε σε εφαρμογή το σατανικό μας σχέδιο.

Ζητήσαμε και μας επιτράπηκε να πλησιάσουμε το αυτοκίνητο. Επιστρέψαμε και σταθήκαμε μπροστά της και ένας ένας έλεγε, στα αλαμπουρνέζικα, το δικό του ποίημα και άφηνε κάτι στο γραφείο. Θυμάμαι ότι εγώ της υποσχέθηκα να επισκεπτόμαστε τακτικά το Λονδίνο επειδή μας άρεσε υπερβολικά και άφησα στο γραφείο ένα αποσμητικό Rexona. Ο Νίκος ένα 50ρακι Μαγεία, ο Παναγιώτης πέντε μερίδες Νες καφέ και ο Χρήστος άφησε ένα πακέτο άσσο άφιλτρο. Είδαμε την Αγγλίδα αστυνομικό να γουρλώνει τα μεγάλα της μάτια αντιλαμβανόμενη ότι προσπαθούμε να τη δελεάσουμε. Στην συνέχεια μας έστειλε αδιάβαστους με το χαμόγελο της που το υποστήριζαν δύο σειρές κάτασπρα δόντια. Εξελίχθηκε σε γέλιο που τράνταξε το πλούσιο στήθος της. Σηκώθηκε, άρπαξε την κόλα χαρτιού που ετοίμαζε να μας τυλίξει και την έσκισε. Γύρισε, μας κεραυνοβόλησε με μάτια υπηρεσιακού παράγοντα και μας πρόσταξε να μαζέψουμε τα πεσκέσια από το γραφείο καθώς εδώ είναι Ην.Βασίλειο και να φύγουμε. Σαν να με ακούστηκε «ξεκουμπιστείτε».

Ούτε που καταλάβαμε για ποτέ φθάσαμε στο Ντόβερ και επιβιβαστήκαμε στο πλοίο. Βιαζόμασταν καθώς εκκρεμούσε ένας σκασμός κλήσεων, απλήρωτων βέβαια, και τρέμαμε μην τυχόν ενεργοποιηθεί το σύστημα πριν φύγουμε. Ε, τότε ο «Πεταλούδας» θα ωχριούσε μπροστά μας. Έκτοτε δεν ξαναπήγα στο Λονδίνο.

ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

error: Δεν επιτρέπεται η αντιγραφή. Ευχαριστούμε.