Συνέντευξη του συγγραφέα Παναγιώτη Χανού στη φιλόλογο Μαρία Καραθανάση

Παναγιώτης Χανός: ο δημιουργός του «Ερωτευμένου Καίσαρα» σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης στη φιλόλογο Μαρία Καραθανάση

Ο «Ερωτευμένος Καίσαρ» (Εκδόσεις 24γράμματα) είναι ένα έργο βραβευμένο από την Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και την οργάνωση Πολιτισμού “Culture4all” με θέμα “Μόρια (της Λέσβου) 2.500 χρόνια ιστορίας”.

Ο «Ερωτευμένος Καίσαρ», ήρθε στα χέρια μου μέσα από μια τυχαία συγκυρία με τον Παναγιώτη Χανό. Ολοκλήρωσα την πρώτη ανάγνωσή του σε λιγότερο από εβδομάδα. Ήταν ένα έργο όπως εγώ το ήθελα. Με παρέσυρε σε ένα ταξίδι μέσα στον χρόνο, σε ένα ταξίδι καθορισμένο από τον έρωτα και τον θάνατο, με συντάραξε  με τις ρεαλιστικές περιγραφές και τις ανατροπές του, με συνεπήρε με το άριστα τεκμηριωμένο ιστορικό υπόβαθρο, με την καλοδουλεμένη γλώσσα και το εξαίρετο λογοτεχνικό του ύφος.

Ο θρύλος του Μαρμαρωμένου Βασιλιά, μέσα στο εν λόγω ιστορικό μυθιστόρημα, συμπλέκεται με τα πραγματικά γεγονότα της Άλωσης της Πόλης στα 1453, αναβιώνει με αριστοτεχνικό τρόπο στη Μόρια της Λέσβου στο εγγύς μέλλον, μόλις το 2023, και συνδέεται με ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα των τελευταίων χρόνων, το προσφυγικό ζήτημα. Ο Π. Χανός αποφεύγοντας τον λαϊκισμό, με έντεχνο τρόπο και απόλυτη αντικειμενικότητα, στηριγμένη στην πολυετή μελέτη του, προβάλλει μια πραγματικότητα και μια αλήθεια, επιτρέποντας στον αναγνώστη να διαμορφώσει τη δική του θέση-κρίση απέναντι στην ιστορία, στην παράδοση, στην σύγχρονη πραγματικότητα και τελικά στον ελληνικό πολιτισμό.

Ο «Ερωτευμένος Καίσαρ», ο ισχυρότερος δρόμωνας, το «μαργαριτάρι» του αυτοκρατορικού στόλου μεταφέρει, λίγες ημέρες πριν την άλωση, την αγαπημένη σύντροφο του Κωνσταντίνου ΙΑ΄, Δραγάση Παλαιολόγου,  Περεγκρίνα Τζουστινιάνι Λόγκο,  τον πρωτότοκο, νόθο γιο του  μαζί με την προίκα και το έγγραφο της διαθήκης του.  Ο δρόμωνας, μετά από μια περίλαμπρη νίκη με τις οθωμανικές γαλέρες, βυθίζεται παίρνοντας μαζί του ένα μυστικό που, αν αποκαλυφθεί, θα αλλάξει το ρου της ιστορίας.  Από αυτόν τον τραγικό Φλεβάρη του 1453 ο μυθιστοριογράφος, με μια καταπληκτική τεχνική, μας μεταφέρει στη Μόρια της Λέσβου  το 2023, όπου κινούνται και δρουν ο βυζαντινολόγος Έρασμος Βιενέζης και η αρχαιολόγος Δωροθέα Γλαυκία αναζητώντας την απάντηση ενός επικίνδυνου μυστικού. Σαν ένας μίτος να ξετυλίγεται αποδεικνύοντας την παραλληλία και τη συνέχεια του ανθρώπινου μυστηρίου, που είναι ο έρωτας και ο θάνατος  και της ιστορίας πλεγμένης με την παράδοση.        

Η Συνέντευξη

Όταν γράφω, βιώνω ένα καθεστώς απόλυτης ελευθερίας μια βουτιά στο εσωτερικό μου βάθος, για να αναμοχλεύσω να ανακαλύψω τα δικά μου μυστικά”, αναφέρατε σε κάποια συνέντευξή σας, κ. Π. Χανέ. Τελικά το συγγραφικό σας ταξίδι  με τον «Ερωτευμένο Καίσαρα» σάς αποκάλυψε κάποιο μυστικό της προσωπικότητας ή του χαρακτήρα σας που μέχρι τώρα δεν είχατε αντιληφθεί πως υφίστατο; Ή το είχατε εντοπίσει μεν, αλλά δεν είχατε εμβαθύνει σε αυτό;

Κάθε φορά, κάθε συγγραφικό ταξίδι είναι ένα διαφορετικό σύμπαν χιλιάδων λέξεων και εκατομμυρίων χρωμάτων, μία ήπειρος ποικίλων συναισθημάτων, ένας πλανήτης άγνωστος, μοναδικός ανάμεσα στις αγέλες των ουράνιων σωμάτων, που χρειάζεται εξερεύνηση ή καλύτερα αποκάλυψη. Τι είναι ο συγγραφέας μέσα στον κόσμο του; Ένας μέρμηγκας που νομίζει ότι είναι ένας μικρός θεός, ο βασιλιάς του παιχνιδιού! Στην πραγματικότητα, την ώρα που ο κόσμος μας παρακμάζει, που η δύση βιώνει την καταστροφή της και αναγκαστικά μεταλλάσσεται, (χωρίς ακόμη κανείς μας να ξέρει αν είναι η παρακμή που έφερε τη μετάλλαξη ή αν η μετάλλαξη της προκάλεσε την παρακμή), εκείνο που ανακάλυψα στη διάρκεια της περιπλάνησής μου με τον «Ερωτευμένο Καίσαρα» ήταν η πίστη μου σε αρχές διαχρονικές και σε αξίες παραδοσιακές, που πίστευα ότι είχα ξεχάσει. Εκείνο που επίσης είδα με έκπληξη ήταν η ευαισθησία μου απέναντι στο διαρκές και αγωνιώδες ερώτημα της ύπαρξης, η διάθεση μου να καταλάβω την ανθρώπινη φύση, να κατανοήσω, να βιώσω και να πάρω θέση στην αιώνια σύγκρουση του Έρωτα εναντίον του θανάτου…

Ο «Ερωτευμένος Καίσαρ» είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα, όπου ο θρύλος και η πραγματικότητα εμπλέκονται έντεχνα, με μεγάλη επιτυχία, θυμίζοντάς μας σύγχρονες κινηματογραφικές ταινίες φαντασίας. Σα να μπαίνουμε σε μια χρονοκάψουλα που μας μεταφέρει εναλλάξ 570 χρόνια πίσω με αφετηρία το εγγύς μέλλον του 2023. Ποια πρόθεσή σας εξυπηρετεί η συγκεκριμένη τεχνική; Πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή ή προέκυψε στη διάρκεια της συγγραφής;

Ειλικρινά χαίρομαι που ο “Ερωτευμένος Καίσαρ” έγινε το όχημα της μεταφοράς σας στα διαφορετικά επίπεδα του χρόνου στα οποία αναφέρομαι στο βιβλίο.  Ένας μείζον και φουλ εξοπλισμένος με το «Υγρόν Πυρ» βυζαντινός δρόμωνας, που κατάφερε να παίξει τον ρόλο της χρονομηχανής και να μεταφέρει νοερά τη σκέψη σας σε ένα διαρκές ταξίδι πήγαινε-έλα  από το 1453 στο 2023 και αντιστρόφως. Αυτό το είδος της γραφής, που ακροβατεί ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, αποτελεί μια απολύτως συνειδητή επιλογή, το είχα εξαρχής στο μυαλό μου και έτσι ανέπτυξα το μυθιστόρημα. Απαντώντας στο  ερώτημά σας, η πρόθεσή μου δεν ήταν να κατασκευάσω μια σύγχρονη ιστορία και να αφηγηθώ ξερά ό,τι αφορούσε το παρελθόν μέσα από τα χείλη των πρωταγωνιστών μου, αλλά να βοηθήσω τον αναγνώστη μέσα από τις σελίδες του βιβλίου να βιώσει τόσο το άμεσο μέλλον, το 2023, όσο και το μακρινό παρελθόν, το 1453. Έτσι και στις δύο περιπτώσεις υπάρχουν διαφορετικοί πρωταγωνιστές, που αποκτούν σάρκα και οστά και κινούνται αυτόνομα –με τα όρια που θέτουν οι ικανότητες, το μυαλό και η ηθική τους κλίμακα- μέσα στον κοσμικό, αλλά και τον μεταφυσικό χώρο της μυθιστορίας. Νομίζω ότι αυτό είναι το σωστό, καθώς είμαι σχεδόν βέβαιος ότι η χρονική διάσταση κινείται μπρος-πίσω σε ευθεία γραμμή και όχι αναπόφευκτα με καμπυλόγραμμες τροχιές και μόνο μπροστά, όπως πιστεύουν οι περισσότεροι άνθρωποι.

Ποιες συγκυρίες, συνθήκες, ενδιαφέροντα, ίσως, σας οδήγησαν στην απόφαση να γράψετε ένα ιστορικό μυθιστόρημα με τη συγκεκριμένη θεματική, η οποία, όπως αποδεικνύεται, είχε υψηλές απαιτήσεις μακροχρόνιας έρευνας και εμβριθούς μελέτης πολλών γνωστικών τομέων;

Το Βυζάντιο διεγείρει τη φαντασία μου, με ενδιαφέρει και το έχω μελετήσει ποικιλοτρόπως εδώ και τουλάχιστον τρεις δεκαετίες. Ελατήριο μεταξύ των άλλων ήταν και η καταγωγή των γονιών μου, ο πατέρας μου από τη Μάδυτο και η μητέρα μου από την Καλλίπολη και οι δύο από αρχαιότατες ελληνικές πόλεις στα παράλια του Ελλησπόντου, στην ευρύτερη περιφέρεια της Κωνσταντινούπολης. Εκείνη την περίοδο, Ιούνιος 2019, έγραφα και ήμουν ήδη στη μέση, ένα άλλο μυθιστόρημα που αφορούσε το «Υγρό Πυρ» και τη μυστική αδελφότητα, που κατασκεύαζε και προστάτευε το μυστικό του. Εντελώς συμπτωματικά διάβασα κάπου για ένα πανελλήνιο κάλεσμα συγγραφέων προκειμένου να γράψουν ένα λογοτεχνικό έργο για τη Μόρια της Λέσβου, που τότε βρισκόταν λόγω του προσφυγικού στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Σκέφτηκα έτσι να γράψω ένα μικρό μυθιστόρημα, που να συνδύαζε δύο ιστορίες, μια σημαντική λεπτομέρεια της μυθιστορίας, που ήδη έγγραφα για το Βυζάντιο και μία άλλη, που να αποκαλύπτει στο εγγύς μέλλον όλα τα μυστικά που ως τότε δεν είχαν γίνει γνωστά. Έβαλα, λοιπόν, στοίχημα με τον εαυτό μου να προλάβω την προθεσμία του καλέσματος, γράφοντάς το. Μάλιστα αρχικά σκεφτόμουν να γράψω ένα μικρό βιβλίο, έστω νουβέλα των 250, το πολύ 300 σελίδων. Κατέληξα να γράψω ένα μυθιστόρημα με διπλάσιο όγκο, περίπου 600 σελίδων στον ίδιο χρόνο (στο οποίο μάλιστα προκειμένου να εκδοθεί αφαίρεσα καμιά τριανταριά και πρόσθεσα περίπου άλλες 60 σελίδες).

Η  παραλληλία του παρελθόντος με το εγγύς μέλλον μέσω του παρόντος σάς έδωσε τη δυνατότητα να εξακτινώσετε τη μυθιστορία σε ποικίλους τόπους και θεματικές. Ιστορία, παράδοση, έρωτας, θάνατος, φαντασία, πολιτική, θρησκεία, κατασκοπία, προσφυγικό. Τι δεν εντοπίζει ο αναγνώστης μέσα σε αυτό! Τελικά είναι ένα ανάγνωσμα για όλους ή για ανθρώπους με ένα γνωστικό ή πνευματικό εκτόπισμα;

Δεν ξέρω αν είναι για όλους, σίγουρα όμως είναι για πολλούς, χωρίς να σημαίνει απαραίτητα ότι έχει στοιχεία παραλογοτεχνίας (pulb fiction) ή ότι πρόκειται για ένα προϊόν με χαρακτηριστικά της λεγόμενης μαζικής κουλτούρας. Ωστόσο αν και πραγματεύεται ιστορικά στοιχεία και αναφέρεται σε μία αρκετά περίπλοκη περίοδο της ιστορίας, έχει γραφτεί με τρόπο, που να μπορεί να διαβαστεί, αλλά νομίζω και να συναρπάσει τον μέσο αναγνώστη. Απευθύνεται σε ανθρώπους ηλικίας από 15 μέχρι 105 χρονών, για να το πω πιο απλά και γράφτηκε για να γίνει κατανοητό. Προσπάθησα να αποφύγω τις φλυαρίες και τις… ομφαλοσκοπήσεις, γιατί δεν ήθελα να μιλήσω για μένα, αλλά να αφηγηθώ με όσο γίνεται πιο απλό και κατανοητό τρόπο μια άγνωστη και όμορφη ιστορία.

Στο βιογραφικό σας αναφέρεται ότι είστε υποψήφιος διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου στην Κοινωνιολογία της Λογοτεχνίας, η οποία σχετίζεται με την κοινωνιολογία της ανάγνωσης. Ποια κοινωνική λειτουργία πιστεύετε ότι μπορεί να επιτελέσει ο «Ερωτευμένος Καίσαρ»; Ποιες επιδράσεις νομίζετε ότι μπορεί να έχει στους σύγχρονους αναγνώστες;

Φιλοδοξία μου ήταν να συνδέσει, ως ένα βαθμό βιωματικά, τον αναγνώστη με το μεσαιωνικό παρελθόν του ελληνισμού. Θα ήμουν ευτυχής αν μέσα από τις σελίδες του «Ερωτευμένου Καίσαρα» ο αναγνώστης μπορούσε να δημιουργήσει θετικά συναισθήματα, να διώξει την ντροπή για τις συμφορές, που συνέθλιψαν το αρχαίο έθνος και να επαναφέρει την περηφάνια, αλλά κυρίως τη νοσταλγία για όσα χάθηκαν, αλλά δεν ξεχάστηκαν. Και κάτι ακόμη, να κερδίσει τον σεβασμό προς τη γενιά του, προς την παράδοση, την αγάπη για όλα όσα αξίζουν να αγαπηθούν. Νομίζω ότι πεντακόσια εβδομήντα χρόνια μετά την πτώση της Πόλης, έχουμε χρέος χωρίς φόβο, πάθος, προκατάληψη, πατριδολαγνεία, αλλά και μισελληνισμό, να αγαπήσουμε αυτό που είμαστε. Να αναζητήσουμε τα μυστικά που μας περιμένουν, να τα βρούμε και να τα αποκαλύψουμε, επειδή μέσα από αυτά, μέσα από το μεσαιωνικό προγονικό μας παρελθόν, μπορούμε να βρούμε τη σύνδεση με το αρχαίο πνεύμα, να μάθουμε για το σήμερα, για εμάς, για τα ταλέντα, τα πάθη και τα λάθη μας, να τα αποκαλύψουμε και –γιατί όχι;– να τα «θεραπεύσουμε». Να περιορίσουμε όσα μας τυραννούν, μας βλάπτουν και μας πονάνε.

Ο Γιάννης Ρίτσος έγραψε στη Σονάτα του Σεληνόφωτος «…μόνος πορεύεσαι στον έρωτα, στη δόξα και στον θάνατο…». Οι ήρωες και οι ηρωίδες του «Ερωτευμένου Καίσαρα» τελικά πόσο μόνοι βιώνουν αυτό το δίπολο της ζωής –έρωτα και θανάτου- μέσα από το αναπάντεχο και την ανατροπή;

Η μοναχικότητα των ηρώων, όλων μας, σε αυτές τις δύο θεμελιώδεις πράξεις που σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος του προσωπικού μας σύμπαντος είναι απολύτως  αυτονόητη! Τόσο αυτονόητη, ιδιαίτερα λόγω της αναπόφευκτης προσμονής του θανάτου, που γίνεται στο τέλος τυραννική! Αποτέλεσμα είναι, συχνά, η ιδέα του θανάτου να καταντά πιο οδυνηρή και από τον ίδιο τον θάνατο. Ο άνθρωπος, όχι μόνο οι ήρωες μου, αλλά ο κάθε άνθρωπος από την πρώτη στιγμή, από τη γέννησή του, είναι υποχρεωμένος να ισορροπήσει πνευματικά ανάμεσα σε δύο αντίρροπες δυνάμεις: στον έρωτα που δίνει τη ζωή και στον θάνατο που την παίρνει. Το δυστύχημα, αλλά και το θαύμα, είναι ότι από όλα τα όντα που κατοικούν στη γη μας, μόνο ο άνθρωπος το διδάσκεται αμέσως, σχεδόν μόλις γεννηθεί, μόνο αυτός έχει από πολύ νωρίς τη συναίσθηση του θανάτου. Ξέρει ότι δεν θα ζήσει αιώνια. Είναι το μοναδικό όν στον πλανήτη μας που γνωρίζει αυτό το μοιραίο κοσμικό μυστικό, ότι δηλαδή κάποια μέρα θα πεθάνει. Αυτή η πραγματικότητα καθορίζει ασυνείδητα τις πράξεις του, τα συναισθήματα, τον θυμό, τον ενθουσιασμό, τη χαρά και τη λύπη του, την αγάπη, το μίσος του, τη νοσταλγία και τη ρουτίνα του, την έξαψη, αλλά και τον τρόμο. Όποιον δρόμο κι αν διαλέξει, είτε αυτόν της θρησκείας, είτε της επιστήμης και της λογικής είναι καταδικασμένος να βιώσει μόνος του αυτό το συναίσθημα του θανάτου. Εκείνο που δεν ξέρουμε, επειδή δεν το ζήσαμε, είναι πως ακριβώς το βιώνει στις τελευταίες του στιγμές; Μήπως η φύση για να τον βοηθήσει να το δεχθεί συνθηκολογεί με την παραίσθηση; Μήπως εκείνη την ώρα το μυαλό κάνει παιχνίδια και ο άνθρωπος για να δεχθεί το μοιραίο φαντάζεται ότι δεν είναι μόνος, αλλά παρέα με τους αγαπημένους του; Δεν το ξέρω. Σε κάθε περίπτωση πιστεύω ότι μπορεί να φύγει πιο ικανοποιημένος, πιο αξιοπρεπής και πιο ήσυχος αν είναι σίγουρος ότι εκπλήρωσε τον σκοπό του, αν θυμηθεί τις σπονδές, τις θυσίες και τις μάχες που έδωσε για το χατίρι του Έρωτα.

Η μεταφυσική είναι μια ακόμα πτυχή του έργου σας. Πόσο σας επηρέασε η Λογοτεχνία του Φανταστικού σ’ αυτό;

Η οξυδέρκεια σας είναι εκπληκτική! Πράγματι με έχει επηρεάσει αρκετά, και νομίζω ότι αυτό φαίνεται στο τελευταίο κεφάλαιο, που τιτλοφορείται «Η ιστορία που ίσως να μη γράφτηκε ποτέ…». Εν τέλει, επειδή όλοι κατά βάθος ξέρουμε ότι η Ζωή είναι αλλόκοτη, κυνική, αναπάντεχη, απρόβλεπτη και συχνά αναπόφευκτη, η Μετα-φυσική και το Φανταστικό (όπως φορμάρεται με λέξεις μέσα από τη Λογοτεχνία) στην πραγματικότητα μπορεί να είναι ο… νέος ρεαλισμός. Για να μπορέσουμε να δούμε καθαρά χρειάζεται να ρίξουμε πολλά από τα τείχη που είναι γύρω μας και το Φανταστικό μπορεί να αποδειχθεί το πιο χρήσιμο εργαλείο.

«Η ζωή αξίζει για τις μεγάλες στιγμές … ακόμα κι αν είναι οι έσχατες» λέει ο κένταρχος Φωκίων Μεριβήλης, ενώ η Δωροθέα Γλαυκία αναρωτιέται πάνω στα «αν» που θα μπορούσαν να αλλάξουν τη μοίρα της. Κύριε Χανέ, αυτά τα «αν» πόσο συνδέονται με τις μεγάλες στιγμές της ιστορίας του ελληνισμού;

Πιστεύω ότι τα μικρά και ασήμαντα «αν», εντέλει δεν είναι ούτε τόσο μικρά ούτε τόσο ασήμαντα όσο (θέλουμε να) νομίζουμε. Στην πραγματικότητα μέσα στην αθόρυβη ασημαντότητά τους, στη φαινομενική τους αθωότητα, σφυρηλατούν τις μεγάλες ιστορικές αποφάσεις, κατασκευάζουν τους μεγάλους πρωταγωνιστές, δημιουργούν τους λαμπρούς και τους σκοτεινούς ήρωες της Ιστορίας. Αυτά τα μικρά και ασήμαντα «αν» είναι οι συνωμότες της καθημερινότητας, αυτά πλάθουν την πραγματικότητα, τον κόσμο που μας περιβάλλει, δημιουργούν ή καταστρέφουν τους χαρακτήρες μας και έχουν σχεδόν πάντοτε διπολική μορφή. Η μία τους εκδοχή (η ρεαλιστική) περιγράφεται από τους ιστορικούς, η άλλη (η εναλλακτική) από τους μυθιστοριογράφους. Αυτά τα “αν” ασφαλώς συνδέονται με πολλές μεγάλες στιγμές, όχι μόνο της ελληνικής, αλλά και της παγκόσμιας Ιστορίας. Απλώς οι Έλληνες ως λαός συναισθηματικός και εξωστρεφής αποδίδουμε σε αυτά έναν μοιραίο, πιο δραματικό χαρακτήρα. Για παράδειγμα, αν αναζητήσει κανείς, μπορεί να βρει χιλιάδες μικρά και μεγάλα “αν” που συνετέλεσαν στην παρακμή και πτώση του Βυζαντίου. Από τη μάχη του Μάτζικερτ το 1071 μ.Χ., που ήταν η αρχή του τέλους της αυτοκρατορίας, όταν ο γενναίος πλην ανεπαρκής Ρωμανός Διογένης έχοντας υπερδιπλάσιο στρατό από τους αντιπάλους του, κατάφερε το… ακατόρθωτο! Έχασε τη μάχη από τον Σελτζούκο Σουλτάνο, Αλπ Αρσλάν, επειδή στην πιο κρίσιμη στιγμή ο στρατός του (που τον διοικούσε ο πολιτικός του αντίπαλος, Ανδρόνικος Δούκας) τον εγκατέλειψε αβοήθητο στο πεδίο! “Αν” αντί του Δούκα διοικητής του στρατού ήταν κάποιος έμπιστος του Αυτοκράτορα, το αποτέλεσμα θα ήταν ασφαλώς διαφορετικό. Μέχρι και την Μικρασιατική καταστροφή, όταν ο κατά τα άλλα ορθολογιστής και συνετός Ελευθέριος Βενιζέλος διέπραξε το μοιραίο λάθος αποτέλεσμα της πιο ανόητης και άτοπης επιλογής: Αντί να διεκδικήσει τη Ανατολική Θράκη (με τη σταδιακή παραχώρηση ή κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης) που ούτως ή άλλως μέσω της συνθήκης των Σεβρών του παραχωρούσαν οι Ευρωπαίοι, παρασυρόμενος από τους Άγγλους αποφάσισε την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη. Εκεί όπως λέει ο  περίφημος Άγγλος ιστορικός Άρνολντ Τόινμπη “Το σφάλμα αυτό έθεσε εν κινήσει τα τρεις φοβεράς δυνάμεις: «τον Τουρκικόν εθνικισμόν, τον αγγλογαλλικόν ανταγωνισμόν και την στρατιωτικήν γεωγραφίαν της Ανατολής». Η εμπλοκή σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο χωρίς προοπτική, από τον οποίο στη συνέχεια κανείς Έλληνας πολιτικός δεν είχε την τόλμη να αποσυρθεί, οδήγησε στη μεγαλύτερη καταστροφή του ελληνισμού στη νεότερη Ιστορία.

Με ποιον ήρωα ή ηρωίδα του «Ερωτευμένου Καίσαρα» ταυτίζεστε ή έχετε κοινά χαρακτηριστικά;

Με όλους ανεξαιρέτως, με όλα τα φύλα, με όλα τα πρόσωπα. Όσοι εμπλέκονται, είτε αδιάφοροι είτε δραστήριοι είτε καλοί, είτε κακοί ήρωες της μυθιστορίας, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, όλοι τους όμως χωρίς καμία εξαίρεση, φέρουν αναπόφευκτα το στίγμα, την αύρα και τα χαρακτηριστικά του συγγραφέα. Περισσότερο από όλους ξεχωρίζω τον ιδιοφυή μπον-βιβέρ, Βυζαντινολόγο Έρασμο Βιεννέζη, (το alter ego του εξαίρετου συγγραφέα Ηλία Βενέζη) για το αριστοκρατικό ύφος, την υψηλή ευφυΐα και το ακαταμάχητο στυλ του! Ένας άνθρωπος με έντονη γοητεία και ισχυρό  μαγνητισμό, από τους λίγους ανθρώπους που θέλεις να ακούς να μιλάνε χωρίς να τους διακόπτεις, που σε μαγεύουν με τον τρόπο και τις ικανότητες τους. Δυστυχώς, νομίζω, ότι δεν ταυτίζομαι μαζί του, ούτε έχουμε πολλά κοινά χαρακτηριστικά, όμως θα ήθελα να του μοιάζω, να μπορώ να γοητεύσω, θα ήθελα να είμαι σαν αυτόν…

Καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης του «Ερωτευμένου Καίσαρα» δημιουργούνται εικόνες. Ο ρεαλισμός κάποτε φτάνει σε ακραιφνή όρια. Θεωρείτε  πως αποτελεί μια καθοριστική συνιστώσα του έργου σας και γιατί;

Νομίζω ότι για έναν συγγραφέα (όπως τουλάχιστον το βιώνω εγώ και είναι πολύ δυνατό συναίσθημα) οι εικόνες στις περιγραφές είναι προϊόντα της εν εξελίξει πλοκής του μυθιστορήματος, ενσαρκώνουν την έμπνευση και τη σύλληψη της ιδέας. Για να είμαι απολύτως ειλικρινής μαζί σας δεν έγραψα ακριβώς τον Καίσαρα, διότι πριν τον γράψω, τον είδα! Έτσι προχωρούσε το μυθιστόρημα. Έκλεινα τα μάτια μου και το έβλεπα, όλες τις σκηνές, όλη την πλοκή, τη δράση, τους διαλόγους και τους ήρωες της μυθιστορίας. Συχνά αυτές οι ενορατικές εικόνες ήταν πολύ σκληρές, περιείχαν ωμή βία. Μια βία δικαιολογημένη ωστόσο από την εξέλιξη του μυθιστορήματος ή από τα γεγονότα που περιγράφονται σε αυτό. Ξέρετε θαυμάζω και υποκλίνομαι στον ρομαντισμό του Μπλέηκ, του Πόε και του Μπάϊρον, ακόμη και του Jim Morison των Doors με την μουσική των οποίων μεγάλωσα. Είναι μάλλον βέβαιο ότι ως ένα βαθμό αυτό το ρεύμα με έχει επηρεάσει, πιστεύω όμως ότι δεν είμαι καθαρόαιμος και ρομαντικός! Μπορεί να φαντάζομαι ιππότες, πρίγκιπες, δράκους, όμως δεν γνωρίζω καμιά Ελεονόρα και τις νύχτες του χειμώνα δεν βλέπω Μαύρα Κοράκια να μου ψιθυρίζουν το όνομά της. Ως εκ τούτου ο ωμός ρεαλισμός είναι ευπρόσδεκτος και απαραίτητος, θα πρέπει όμως να συμβιώσει με τον ρομαντισμό, τον υπαρξισμό, το fantastique, τον μαγικό ρεαλισμό, αλλά και τον υπερρεαλισμό που περιέχονται αναπόφευκτα στη μυθιστορία μου. Κι αν αναρωτηθείτε “Οοοο μα πως χωράνε όλα αυτά, τι κόσμος είναι αυτός…” η απάντηση είναι σχετικά απλή, αν το καλοσκεφτείτε… Το σύμπαν του κάθε συγγραφέα χτίζεται στο βασίλειο της Άμμου… και η Φαντασία είναι η βασίλισσα και η απόλυτη κυρίαρχος στα κινούμενα εδάφη του…

Επιμέλεια ερωτήσεων: Μαρία Καραθανάση, Φιλόλογος

ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Π. ΧΑΝΟΥ

Ο Παναγιώτης, Σεραφείμ, Χανός κατάγεται από πρόσφυγες γονείς από την Καλλίπολη και τη Μάδυτο του Ελλησπόντου, παιδιά των διωγμών, των χαμένων πατρίδων και του πολέμου που κατέληξαν στη Βόρεια Ελλάδα. Σπούδασε δημοσιογραφία στη Θεσσαλονίκη και Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Μεταπτυχιακά αναζήτησε τη γνώση ως “Σύμβουλος Επικοινωνίας στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης” και ως υποψήφιος Δρ του Παντείου στην Κοινωνιολογία της Λογοτεχνίας. Ασκεί τη δημοσιογραφία πάνω από τρεις δεκαετίες, είναι τακτικό μέλος της Ε.Σ.Η.Ε.Μ-Θ, ενώ διετέλεσε αιρετό μέλος του Διοικητικού της Συμβουλίου, του Μορφωτικού της Ιδρύματος και του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού της Συμβουλίου.
Το λογοτεχνικό του έργο έχει διακριθεί σε πανελλήνιους και διεθνείς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και βραβεύτηκε από συλλόγους Πολιτισμού, Τέχνης και Λόγου. Το 1990 εξέδωσε συλλογή με ποιητικά-σημειωτικά του κείμενα με τίτλο “Οι ρομαντικοί βλέπουν καλά μέσα στη Νύχτα” (“Γρανάτης”) και το 1998 εκδόθηκε συλλογή διηγημάτων του με τίτλο «Η ουρά της τίγρης» από τις Εκδόσεις «Όμηρος».

ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

error: Δεν επιτρέπεται η αντιγραφή. Ευχαριστούμε.