Πόσο πιο απλά και ανέμελα ήταν τότε που με μια πετσέτα στο χέρι πηγαίναμε στην παραλία. Ατελείωτες ώρες, χωρίς τον φόβο της έκθεσής μας στον ήλιο, χωρίς πολλά έξοδα και με μεγαλύτερη απαίτησή μας να περάσουμε όσες περισσότερες ώρες γίνεται στην παραλία. Με έναν μαγικό τρόπο ποτέ δεν βαριόμασταν και ποτέ δεν ήταν αρκετό.
Τα τελευταία χρόνια (αρκετά μετρώντας προς τα πίσω) το να πάμε στην παραλία έφτασε να μας προκαλεί ως έναν βαθμό άγχος. Απαιτούμε να είναι καθαρή, να έχει ξαπλώστρες που θα έχουν στρωματάκι (ξεχνάμε άλλωστε που στρώναμε πετσέτα στα βότσαλα), να έχει μεγάλες ομπρέλες για σκιά – κατά προτίμηση όχι ύφασμα γιατί μας ζεσταίνουν. Μουσική της αρεσκείας μας, ωραίο καφέ, να δουλεύουν γνωστοί μας για να μπορέσουν να μας κρατήσουν ξαπλώστρες εκεί που θέλουμε. Να έχει όμορφες παρουσίες και μετά το μεσημέρι να διοργανώνεται και ένα πάρτι, εννοείται να ξέρουν να σερβίρουν όλα τα καινούργια κοκτέιλ με ονοματεπώνυμο, λες και το τζιν με φρέσκο χυμό λεμονιού είναι διαφορετικό όταν το ζητήσεις Τom Cοllins. Κι ας μην αναλωθούμε στη στιλιστική υστερία που μπορεί να αντιμετωπίσουμε.
Όλη αυτή η κατάσταση τα χρόνια της οικονομικής ανεμελιάς και ευημερίας ενισχύθηκε σε υπερθετικό βαθμό. Μετά ήρθαν η κρίση, το μνημόνιο, ο covid και μαζί προβλήματα που τα ονομάσαμε κίνημα. Στην Ελλάδα στη μετα-covid εποχή (κυρίως τα δύο τελευταία χρόνια) εμφανίστηκε το «κίνημα της πετσέτας». Όχι άδικα βλέποντας όλο αυτό το όργιο καταπάτησης του αιγιαλού, βέβαια και εδώ όπως θα το περιμέναμε φτάσαμε σε ακρότητες. Το παράδοξο είναι ότι κάτοικοι των πολύ τουριστικών νησιών, που τα προηγούμενα χρόνια δεν έδιναν τόση σημασία στη «βιομηχανία της ξαπλώστρας» που κυριαρχούσε από μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, τώρα διαμαρτύρονται ότι ούτε οι ίδιοι οι ντόπιοι μπορούν να κάνουν μπάνιο στις παραλίες των νησιών. Εδώ βέβαια τίθεται και πιο σοβαρό και μεγάλο θέμα με τις αυθαίρετες κατασκευές και με τσιμέντωμα του αιγιαλού, όπου μετά από τη γενική κατακραυγή η ελληνική πολιτεία υποχρεώθηκε να αντιδράσει και να ξηλώσει μπαζώματα και αυθαίρετα κτίσματα (καιρός της ήταν θα πούμε).
Ίδια προβλήματα αντιμετωπίζουν και η Ισπανία και η Γαλλία. Στις οργανωμένες παραλίες της Γαλλίας επίσης δεν μπορεί κάποιος να βάλει τη δική του ομπρέλα, πετσέτα ή ξαπλώστρα, εκτός αν έχει προβλεφθεί ειδικός χώρος, έναντι αντιτίμου εισόδου. Στην Ισπανία σύμφωνα με τον νόμο περί ακτών, η χρήση των παραλιών είναι δημόσια και δωρεάν και δεν επιτρέπεται η ύπαρξη ιδιωτικών παραλιών. Αν κάποιος κλείσει με οποιοδήποτε εμπόδιο την πρόσβαση στην παραλία καταγγέλλεται και τιμωρείται. Εκεί δε εμφανίστηκαν και φαινόμενα σε παραλίες οι κάτοικοι να κυνηγάνε τουρίστες με πετσέτες και μάλιστα φτάσανε σε σημείο να ζητάνε να μην έρθουν παραθεριστές στις περιοχές τους. Το κίνημα με τίτλο «τουρίστες πηγαίντε σπίτι σας» εξαπλώθηκε το 2023 παίρνοντας παγκόσμιες διαστάσεις από Ευρώπη, Βαλκάνια, μέχρι Ιαπωνία και Ταϊλάνδη, ωστόσο δεν θα μπορούσε να έχει πάντα το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.
Η λύση βρίσκεται πρώτα στους ίδιους τους ταξιδιώτες, που πρέπει να ξαναθυμηθούν να λειτουργούν πιο υπεύθυνα, και φυσικά η πολιτεία που πρέπει να προστατεύει τους πολίτες είτε της χώρας της είτε τους τουρίστες. Ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν πολλά μέρη στον κόσμο όπως η Ελλάδα που χρειάζονται τους τουρίστες.
Στη χώρα μας ενεργοποιήθηκε μια νέα ψηφιακή εφαρμογή το «My Coast». Ουσιαστικά είναι μια πολυεπίπεδη παρέμβαση των αρμόδιων υπουργείων που προσφέρουν την άμεση παρέμβαση των πολιτών στον έλεγχο τυχόν παραβάσεων στην υπόθεση των παραλιών. Ο κάθε χρήστης προσδιορίζει τον λόγο της καταγγελίας, εισάγει μια συνοπτική περιγραφή του προβλήματος και επιλέγει εάν η καταγγελία θα υποβληθεί ανώνυμα ή επώνυμα. Στη δεύτερη περίπτωση, απαιτείται η σύνδεσή του με προσωπικούς κωδικούς taxisnet για να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Σημειώνεται ότι την ίδια μέρα θα μπορεί να υποβληθεί μόνο μια καταγγελία, ανά τύπο παράβασης, από την ίδια συσκευή και για την ίδια παραχώρηση. Τελικά πόσο περίπλοκες καταφέραμε να κάνουμε τις καλοκαιρινές μας αποδράσεις;
(Δημοσιεύτηκε στο έντυπο Ser-Free, τ.66, Ιούλιος-Αύγουστος 2024)