Μέρα ανακοίνωσης βαθμολογιών Πανελλαδικών εξετάσεων προχθές. Τα συναισθήματα ανάμεικτα. Των μαθητών/μαθητριών που αγωνιούν για την ανταμοιβή της προσπάθειάς τους ή που ελπίζουν στο καλύτερο κι έχουν χαμηλά τον πήχυ. Των γονιών τους, με τις όποιες προσδοκίες -συχνά απωθημένες- κουβαλούν και προβάλλουν πάνω τους. Των συγγενών, που πολλές φορές επιδίδονται σε ένα παιχνίδι ανταγωνισμού και σύγκρισης με τα δικά τους παιδιά. Των φίλων και αγαπημένων που νοιάζονται πραγματικά, στην καλύτερη περίπτωση, ή απλώς έτσι δείχνουν. Των απλώς περίεργων, των καλοπροαίρετων, των κακοπροαίρετων, των ζηλιάρηδων, των αδιάφορων, των κακεντρεχών.
Είναι πολλή η πίεση που φορτώνονται οι υποψήφιοι/-ες των Πανελλαδικών. Αν συνυπολογίσουμε και τις συνέπειες της πρόσφατης πανδημίας και την αποκοπή των παιδιών από τον φυσικό χώρο του σχολείου σε μια περίοδο κρίσιμη για την εξέλιξή τους, είναι ακόμη μεγαλύτερη για τους περσινούς και φετινούς υποψηφίους. Και, σαν μη έφταναν όλα αυτά, τα ΜΜΕ, ο Τύπος, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αναδεικνύουν πάντα τις περιπτώσεις παιδιών που αρίστευσαν.
Ναι, υπάρχουν αξιόλογες περιπτώσεις παιδιών που γίνονται φωτεινό παράδειγμα. Παιδιά που, παρ’ όλες τις αντίξοες συνθήκες, ξεπέρασαν κάθε εμπόδιο και διέπρεψαν στις εξετάσεις. Η αναγνώριση εδώ μπορούμε να πούμε ότι έρχεται ως φυσική εξέλιξη. Και αξίζουν οπωσδήποτε πολλά συγχαρητήρια. Κι αυτοί/αυτές και οι οικογένειές τους ή γενικά το περιβάλλον το οποίο τα στήριξε.
Είναι όμως και τα άλλα παιδιά, που τα έδωσαν όλα, που ξεπέρασαν τον εαυτό τους, αλλά δεν αξιώθηκαν της προσδοκώμενης βαθμολογίας. Μπορεί να ήθελαν και να μην μπορούσαν. Μπορεί να τα κυρίευσε το άγχος και να λύγισαν από την ψυχολογική πίεση. Μπορεί η παπαγαλία, στην οποία ανελέητα επιδόθηκαν, να μη λειτούργησε. Μπορεί πολλά.
Σε μια απέλπιδα προσπάθεια ψυχικής ανάτασης, φορτώνονται μια τελευταία ελπίδα να πέσουν οι βάσεις. Οι οποίες, παρά τις προβλέψεις, σπάνια τελικά πέφτουν, ειδικά στις περιζήτητες σχολές. Κι αν δεν καταφέρουν να περάσουν κάπου ή τελικά πιάσουν μια σχολή που είναι πολύ χαμηλά στις προτιμήσεις τους, νιώθουν αποτυχημένα.
Τα φώτα δεν πέφτουν όμως ποτέ πάνω σ’ αυτά τα παιδιά. Κανένας δημοσιογράφος δεν θα τους πάρει συνέντευξη, δεν θα τους δώσει βήμα λόγου. Κι αυτά θα κάνουν ένα βήμα πίσω ή περισσότερα. Οι προβολείς στρέφονται αλλού, τα παιδιά απομονώνονται, κλείνονται στο δωμάτιο και στον εαυτό τους. Και δεν μιλάμε για το χειρότερο και απευκταίο σενάριο. Μπορεί να νιώθουν ντροπή ή και ενοχές που απογοήτευσαν τους γονείς τους, τους καθηγητές τους, όσους τους πίστεψαν. Να συγκρίνονται με τους/τις φίλους/-ες που έγραψαν καλά ή αρίστευσαν και να νιώθουν μειονεκτικά.
Σε τέτοιες περιπτώσεις είναι πολυφορεμένη η παρηγορητική φράση-κλισέ «η ζωή δεν τελειώνει στις Πανελλαδικές». Πώς να το αντιληφθεί αυτό όμως ένας 18χρονο παιδί; Ναι, οι ευκαιρίες είναι πολλές και οι δρόμοι που ανοίγονται ποικίλοι. Όμως η ματαίωση από την αδυναμία επίτευξης του στόχου δεν τα αφήνει αμέσως να δουν τη μεγάλη εικόνα («the big picture»). Φυσικά και μπορούν να προσπαθήσουν ξανά. Αν έχουν το κουράγιο, την πειθαρχία και τη δυνατότητα, σε τελική ανάλυση.
Tα παιδιά, ωστόσο, που μπορούν να στηριχθούν οικονομικά από τις οικογένειές τους, έχουν την επιλογή να παρακολουθήσουν κάποιο ιδιωτικό πανεπιστήμιο ή κολλέγιο. Η βεβαιότητα της επιπλέον επιλογής ελαφρύνει το άγχος για την επιτυχία και τη ματαίωση από μια ενδεχόμενη αποτυχία. Ας πούμε ότι είναι σε καλύτερη μοίρα.
Ναι, οι Πανελλαδικές δεν είναι μονόδρομος. Για κάποια παιδιά, όμως, το κυνήγι ενός μεγάλου ονείρου περνάει από αυτόν τον δρόμο υποχρεωτικά. Η παρατεταμένη οικονομική κρίση δεν αφήνει πολλά περιθώρια. Έτσι, αυτά τα παιδιά αναγκάζονται συχνά να κάνουν εκπτώσεις στα όνειρά τους και να παρακολουθήσουν κάποια άλλη δημόσια δομή εκπαίδευσης τύπου ΙΕΚ ή κάποια τεχνική σχολή, χωρίς καθόλου να υποτιμώνται ως επιλογές, ίσα ίσα μάλιστα. Μπορεί όμως να καταλήξουν να κάνουν κάτι που δε θα τ’ αγαπούν, κάτι στο οποίο κατέφυγαν ως λύση ανάγκης. Ή και να μην επιλέξουν καμία δομή εκπαίδευσης και να αναζητήσουν δουλειά με το απολυτήριο Λυκείου. Καθόλου μεμπτό, εξάλλου.
Και γιατί όλα αυτά; Επανερχόμαστε, λοιπόν, πάλι στη συζήτηση για τα μειονεκτήματα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, την κατ’ επίφαση δωρεάν παιδεία, τις κοινωνικές ανισότητες, οι οποίες συνεπάγονται έλλειψη ίσων ευκαιριών, και σε πολλές άλλες αγκυλώσεις, που καμιά κυβέρνηση δεν μπόρεσε ως τώρα να εξαλείψει. Το αποτέλεσμα πάντα οδηγεί σε αδιέξοδο.
Ακούγεται ουτοπική μια εκ βάθρων αλλαγή της εκπαιδευτικής μας κουλτούρας άμεσα και μάλλον αποτελεί μακρινό όνειρο, αν όχι και ανέφικτο. Ας σκεφτούμε, λοιπόν, «έξω απ’ το κουτί». Ας αλλάξουμε οπτική θέασης του προβλήματος. Ας ρίξουμε τα φώτα στα παιδιά που, αν και προσπάθησαν, «απέτυχαν». Ας ακούσουμε τι έχουν να μας πουν. Τι σκέφτονται, πώς νιώθουν, τι πιστεύουν, τι ελπίζουν. Ας τα ακούσουν οι εκπαιδευτικοί, οι προϊστάμενοί τους, οι υπεύθυνοι του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου -πλέον Ι.Ε.Π.- που μπορεί να έχουν υπηρετήσει ελάχιστα ή καθόλου μέσα στη σχολική τάξη, ο/η εκάστοτε Υπουργός Παιδείας, που μπορεί και να μην έχει καν σχέση με την εκπαίδευση.
Ας τα ακούσουν και οι γονείς τους κι ας αλλάξουν στάση. Πέρα από τις θετικές και τις θεωρητικές σπουδές, υπάρχουν και οι σπουδές στα χειρωνακτικά επαγγέλματα. Η στροφή στον πρωτογενή τομέα ανάπτυξης, ο οποίος έχει παραμεληθεί εντελώς σε μια χώρα κατεξοχήν αγροτική. Οι σπουδές στον Τουρισμό, επίσης, το δυνατό εξαγώγιμο «προϊόν» μας. Δύσκολη η αλλαγή κουλτούρας σε μια κοινωνία βαθμοθηρική, που επιδιώκει την αριστεία και χτίζει υψηλές προσδοκίες ανεξάρτητα από την ψυχοσύνθεση κάθε παιδιού και τα ενδιαφέροντά του. Και τις ανάγκες της αγοράς, γιατί όχι;
Το «αιέν αριστεύειν» των αρχαίων Ελλήνων μάς έχει οδηγήσει σήμερα σε λάθος προσανατολισμό κι ίσως έχει κιόλας παρερμηνευθεί. Ναι, να έχουν υψηλούς στόχους, να πηγάζουν όμως από τα ίδια τα παιδιά, να μην τους επιβάλλονται. Όπως και στον αθλητισμό, άλλο ο συναγωνισμός και η ευγενής άμιλλα κι άλλο ο αθέμιτος ανταγωνισμός. Άλλο η επιθυμία να βελτιώνεσαι και να γίνεσαι καλύτερος κι άλλο να κυνηγάς την πρωτιά με κάθε κόστος.
Ας στρέψουμε τα φώτα στα ίδια τα παιδιά, στη σκευή που κουβαλά το καθένα, η οποία διαμορφώνει και την προσωπικότητά του και καθορίζει την περαιτέρω πορεία του. Ας τους δώσουμε περισσότερες από μία επιλογές. Ας γνωρίσουν προκαταβολικά τι τους ταιριάζει, στο οποίο θα είναι πραγματικά αποδοτικά και θα τα κάνει χρήσιμα όντα στην κοινωνία. Και κυρίως, θα είναι ευτυχισμένα.
Η αριστεία δεν είναι ο στόχος. Η επιτυχία έχει πολλές εκφάνσεις. Η ζωή πολλούς δρόμους. Γιατί να εγκλωβιζόμαστε στον μονόδρομο που μας οδηγούν τα κοινωνικά στερεότυπα και οι προσδοκίες των άλλων;
Παιδιά, η ζωή είναι ωραία. Αγαπήστε, αγκαλιάστε, ακούστε, μιλήστε, ζήστε! Δικό μας χρέος δεν είναι να πλάσουμε εν δυνάμει επαγγελματίες, αλλά να πλάσουμε ανθρώπους με άλφα κεφαλαίο.
* Η Μαρία Ζερβάκη είναι εκπαιδευτικός.