Η Γεσθημανή Μπερμπέρη, νοσηλεύτρια στο επάγγελμα, μόλις έκανε το συγγραφικό της ντεμπούτο με το βιβλίο «Ποιος άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου;» Στο serfree.gr μιλά για την εμπειρία της στον τομέα της συγγραφής, για τα πολιτιστικά δρώμενα των Σερρών και για τα επόμενα λογοτεχνικά της βήματα.
Συνέντευξη στην Χρυσάνθη Ιακώβου
Πες μας λίγα λόγια για το βιβλίο σου «Ποιος άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου;», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Αποστακτήριο.
Πρόκειται για μια συλλογή διηγημάτων τα οποία έχουν ως βασικό άξονα τις αναμνήσεις. Μνήμες, μυρωδιές, εικόνες, συναισθήματα, μα κυρίως άνθρωποι που συναντήθηκαν οι ζωές τους. Σκέφτομαι συχνά πως οι αναμνήσεις τροφοδοτούν την ψυχή μας συνεχώς, σαν έναν ασκό ανεξάντλητο, που ανά πάσα στιγμή αφήνει έναν έναν τον άνεμο που περιέχει να χαϊδεύει τη μνήμη μας. Άλλοτε ο άνεμος είναι δυνατός και άλλοτε γλυκός και απαλός, ποτέ όμως δεν είναι ίδιος, αλλάζει και αυτός όπως και εμείς.
Μέσα από τις ιστορίες μου δεν θυμάμαι απλά, δεν αναπολώ μόνο, αλλά δίνω διάσταση και συνέχεια σε καθετί μικρό ή μεγάλο, που γέμισε τις σελίδες της ζωής μου. Αναζητώ και ψάχνω νοήματα και την ουσία των στιγμών. Ο αλληγορικός τίτλος του βιβλίου μου άλλωστε αυτό θέλει να δείξει, την απελευθέρωση των συναισθημάτων και των αναμνήσεων μου, και να προκαλέσει την ψυχή του καθενός σε ένα ταξίδι με ούριο άνεμο. Οι ασκοί της ψυχής μου άνοιξαν και απελευθέρωσαν όλα μου τα συναισθήματα και τις λέξεις.
Επίσης υπάρχουν και κάποιες ιστορίες μυθοπλασίας με ήρωες που γεννήθηκαν για να δώσουν μορφή στις λέξεις μου. Ξέρετε, οι λέξεις απαιτούν, ζητούν και αγωνιούν να διαβαστούν. Το μόνο που έκανα εγώ λοιπόν ήταν να υπακούσω σε αυτές και στην ανάγκη τους αυτή, πιστέψτε με, το έκανα με μεγάλη μου χαρά.
Ένα κομμάτι από τα διηγήματα μου αφορά τη δουλειά μου, τη Νοσηλευτική, η οποία και με καθόρισε, μα πάνω από όλα με βελτίωσε ως άνθρωπο. Νομίζω πως με διάλεξε και την τιμή αυτή προσπαθώ κάθε μέρα να τη μεταφράσω σε γνώση και καλοσύνη για τον ασθενή. Ελπίζω να τα καταφέρνω – προσπαθώ τουλάχιστον. Είναι μοναδικό και σπάνιο να αγγίζεις τόσες ζωές ανθρώπων αγνώστων στην πιο δύσκολη στιγμή τους, στην ασθένειά τους, που πλέον έγιναν για πάντα γνωστοί μου. Τους κρατώ ως πολύτιμο φυλαχτό όλους στην ψυχή και στη σκέψη μου και προσεύχομαι για αυτούς.
Τέλος, υπάρχει μια ενότητα με ιστορίες από ένα παράλληλο σύμπαν, όπου οι πρωταγωνίστριες, μέσα από τη γλυκιά τους αθωότητα και με αρκετή δόση χιούμορ, προσπαθούν να αντέξουν τα δεινά της πανδημίας. Μιας πανδημίας που μας στοίχισε σε πολλά επίπεδα και που με το τέλος της προσδοκώ και εύχομαι να βγούμε περισσότερο δυνατοί και ώριμοι. Οι άνθρωποι μπορούν να τα καταφέρουν, πάντα μπορούσαν άλλωστε.
Πώς προέκυψε η συγγραφή, δεδομένου ότι πρόκειται για το πρώτο σου βιβλίο;
Η συγγραφή για εμένα δεν προέκυψε, νομίζω πως υπήρχε πάντα εκεί και με περίμενε καρτερικά να την πλησιάσω. Αυτή έκανε το πρώτο βήμα και εγώ απλά αφέθηκα στην εσωτερική μου ανάγκη να δώσω μορφή και σχήμα στις λέξεις που είχα μέσα μου. Διαβάζω από μικρή λογοτεχνία, οι ιστορίες των βιβλίων ζωντάνευαν στα μάτια μου εικόνες από πολλούς κόσμους, ταξίδευα μέσα από αυτές και ονειρευόμουν πως κάποια στιγμή θα γράψω κι εγώ ένα μυθιστόρημα, σαν αυτά του Ιουλίου Βερν ή της Ζωρζ Σαρή. Παρακολούθησα ένα εργαστήρι δημιουργικής γραφής στη διάρκεια της πρώτης καραντίνας, με την καθοδήγηση μιας σπουδαίας δασκάλας, της κας Αντωνίας Θεοχαρίδου, το οποίο και αποτέλεσε την αφορμή να γράψω τις πρώτες ιστορίες μυθοπλασίας. Ποιος να μου το έλεγε ότι η καραντίνα εξαιτίας της πανδημίας θα λειτουργούσε για εμένα τόσο λυτρωτικά και δημιουργικά. Ευγνωμοσύνη χρωστώ και σε έναν ακόμη άνθρωπο, τον εξαίρετο γιατρό και συγγραφέα Αντώνη Κερασνούδη, γιατί έδωσε ώθηση στο όνειρο μου και με έκανε να πιστέψω στον εαυτό μου και στις ιστορίες μου. Είναι μεγάλη τιμή για εμένα το γεγονός ότι έχει γράψει ένα τόσο όμορφο κείμενο που στολίζει το οπισθόφυλλο του βιβλίου μου.
Ποια είναι η ανταπόκριση των αναγνωστών μέχρι στιγμής και τι προσδοκίες έχεις και εσύ για την πορεία του βιβλίου σου;
Το βιβλίο μου κυκλοφόρησε πριν λίγες ημέρες από τις εκδόσεις Αποστακτήριο, τη νέα μου οικογένεια, έτσι νιώθω για την Ελένη Παπακώστα και τον Αλέξανδρο Ακριτίδη, γιατί δεν αγκάλιασαν μόνο τις ιστορίες μου, αλλά και εμένα. Τα πρώτα μηνύματα που λαμβάνω με κάνουν να νιώθω υπέροχα, ευτυχισμένη θα έλεγα για να ακριβολογήσω. Άνθρωποι που με γνωρίζουν, αλλά και αρκετοί που δεν με ξέρουν προσωπικά, μου στέλνουν τόσο απλόχερα καλές κουβέντες, που κάνουν την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά από χαρά. Σκέφτομαι -ή μάλλον το γνωρίζω- πως δεν έχω γράψει τα σπουδαιότερα διηγήματα, σαν κι εμένα υπάρχουν εκατοντάδες συγγραφείς, δεν αποτελώ εξαίρεση ούτε και παγκόσμια πρωτοτυπία. Όσα όμως έγραψα στο βιβλίο μου βγήκαν μέσα από την ψυχή μου και απλόχερα θέλησα να τα μοιραστώ με τους αναγνώστες. Έστω και έναν άνθρωπο να ανταμώσω μέσα από τις λέξεις μου, αυτό αποτελεί για εμένα το ύψιστο δώρο. Ξέρετε τι νομίζω πως μας έχει λείψει περισσότερο τον τελευταίο χρόνο; Το μοίρασμα. Η μοναξιά όταν δεν είναι επιλογή είναι σκληρή. Τα βιβλία και οι ιστορίες τους ανταμώνουν τους ανθρώπους και τους χαρίζουν όμορφες στιγμές χωρίς να απαιτούν αντάλλαγμα. Ένα χαμόγελο τη στιγμή που διαβάζουμε είναι αρκετό.
«Τα βιβλία και οι ιστορίες τους ανταμώνουν τους ανθρώπους και τους χαρίζουν όμορφες στιγμές χωρίς να απαιτούν αντάλλαγμα. Ένα χαμόγελο τη στιγμή που διαβάζουμε είναι αρκετό»
Τα πολιτιστικά/λογοτεχνικά δρώμενα στις Σέρρες πώς θα τα έκρινες;
Οι Σέρρες είναι μια υπέροχη πόλη, γιατί έχει υπέροχους ανθρώπους. Έζησα αρκετά χρόνια στην Αθήνα, όταν επέστρεψα δεν σας κρύβω πως ένιωθα ότι έχασα όσα σε πληθώρα έβρισκα στην πρωτεύουσα. Θέατρα, κινηματογραφικές αίθουσες, μουσικές σκηνές, μουσεία, βιβλιοθήκες. Γρήγορα σχετικά συνειδητοποίησα όμως το εξής: οι πολλές επιλογές της Αθήνας έκαναν ορισμένες φορές τους δημιουργούς να μην προσπαθούν αρκετά, να έχουν επαναπαυθεί στη σιγουριά τους. Στην επαρχία όσοι ασχολούνται με τον πολιτισμό διαπιστώνω ότι το κάνουν με μεγάλο μεράκι και όρεξη, προσπαθούν για το καλύτερο, το ιδανικό, σέβονται τους θεατές και τους ανθρώπους που διψούν για μια παράσταση, μια συναυλία, μια έκθεση. Είχα τη χαρά πριν λίγες ημέρες να δω τη θεατρική παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ «Αμαλία», νομίζω πως ισάξια της δεν έχω δει ξανά. Δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από άλλες παραγωγές σε κανένα επίπεδο. Το ίδιο συμβαίνει και με όσα πολιτιστικά δρώμενα μας χαρίζει η Περιφερειακή Ενότητα Σερρών και το Κέντρο Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Αν με ρωτάτε εάν αυτά είναι αρκετά, θα σας πω πως σίγουρα δεν είναι λίγα και σίγουρα είναι σπουδαία. Οι άνθρωποι με όραμα ευτυχώς περισσεύουν στην πόλη μας, ελπίζω οι συνθήκες στο μέλλον να είναι ευνοϊκές σε όλα τα επίπεδα και να χορτάσουμε πολιτισμό. Διαθέτουμε πολλούς φωτεινούς ανθρώπους και ταλαντούχους, με πλούσιο συγγραφικό και ποιητικό έργο. Έχω την εντύπωση πως θα πρέπει να συναντηθούμε κάποια στιγμή όλοι μας για καφεδάκι και κουβεντούλα.
Τι άλλο να περιμένουμε να δούμε από εσένα στον τομέα της λογοτεχνίας;
Έχω γράψει και κάποια παραμύθια, τα οποία και πιθανόν θα αποτελέσουν και τη συνέχεια μου στο συγγραφικό χώρο – το ελπίζω τουλάχιστον. Ταυτόχρονα έχω ξεκινήσει να γράφω και το πρώτο μου μυθιστόρημα, έχω καταιγίδα ιδεών και έμπνευσης, δόξα τω Θεώ. Είναι αυτό που σας είπα και νωρίτερα, δεν ψάχνω εγώ τις λέξεις, αυτές με κυνηγούν και εγώ παραδίνομαι χωρίς καμία αντίσταση σε αυτές. Δεν θα σας αποκαλύψω περισσότερα για την υπόθεση του μυθιστορήματος που γράφω, σίγουρα όμως μπορώ να σας πω ότι ο ήρωας μου θα ζήσει πολλές ζωές.
Από όλο αυτό το λογοτεχνικό ταξίδι, από τη στιγμή της έμπνευσης μέχρι και τη στιγμή της έκδοσης, ποια ήταν η πιο όμορφη εμπειρία που είχες;
Η πρώτη μου ακροατήρια -και θα σας εξηγήσω παρακάτω τι εννοώ- των ιστοριών μου ήταν η μαμά μου. Λέω ακροάτρια, γιατί τις περισσότερες φορές που έγραφα μια νέα ιστορία την έπαιρνα τηλέφωνο για να της τη διαβάσω. Όταν πια είχα γράψει αρκετές, τις εκτύπωσα και τις έβαλα σε ένα ντοσιέ και έτσι έγινε και η πρώτη μου αναγνώστρια. Όπως καταλαβαίνετε, δεν ήταν ιδιαίτερα αυστηρή μαζί μου, τις διάβασε πολλές φορές και πάντα μου έλεγε το ίδιο ακριβώς πράγμα: «Γιατί δεν γράφεις ένα βιβλίο, καρδούλα μου;» Φυσικά αυτή της την παρότρυνση ποτέ δεν την ξέχασα. Όταν λοιπόν μου απάντησε θετικά ο εκδοτικός οίκος Αποστακτήριο σχετικά με την έκδοση του βιβλίου μου, ήταν ο πρώτος άνθρωπος που το ανακοίνωσα. Το βλέμμα της και τα δάκρυα χαράς στα μάτια της ήταν για εμένα η καλύτερη στιγμή και η πιο σπουδαία και θα την κρατήσω πολύ ψηλά στην καρδιά μου και στις αναμνήσεις μου για το πρώτο μου συγγραφικό ταξίδι. Λάφυρο πολύτιμο είναι οι γονείς μας, να το θυμάστε.
* Η Γεσθημανή Μπερμπέρη ζει και εργάζεται στις Σέρρες ως νοσηλεύτρια. Η συλλογή διηγημάτων «Ποιος άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Αποστακτήριο, είναι το πρώτο της βιβλίο. Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει την Τετάρτη 28 Ιουλίου στο καφέ-μπαρ Cityζεν στην Ακρόπολη Σερρών (σχετικά μπορείς να διαβάσεις εδώ: https://serfree.gr/paroysiasi-toy-vivlioy-tis-gesthimanis-mpermperi-poios-anoixe-toys-askoys-toy-aioloy/)