Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος σε μια συνέντευξή του το 2011, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ser-Free, τ.21 (Δεκέμβριος 2011).
Συνέντευξη στη Χρυσάνθη Ιακώβου
Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος ήταν πάντα (μέχρι αυτή τη στιγμή δηλαδή) το δημοσιογραφικό μου απωθημένο. Τόσες και τόσες συνεντεύξεις έχω κάνει, μαζί του μία δεν αξιώθηκα να κάνω. Κι όχι τίποτα, παραλίγο θα έχανα κι αυτήν εδώ, αν δεν κατάφερνα να τη διεκδικήσω …πραξικοπηματικά.
Ναι, πραξικοπηματικά! Γιατί όταν έμαθα πως έρχεται Σέρρες με το άκρως ξεκαρδιστικό (όπως διαπίστωσα τελικά) «Υπηρέτης δύο αφεντάδων», εννοείται πως έσπευσα αμέσως να κανονίσω μία συνάντηση μαζί του. Έλα όμως που δεν απαντούσε στο τηλέφωνο (αναθεματισμένες τηλεπικοινωνίες). Είδα κι αποείδα, αποφάσισα να αφήσω στην άκρη τους κανόνες της δημοσιογραφικής δεοντολογίας και να εμφανιστώ αυτοπροσώπως. Πήγα στο ΤΕΙ τρία τέταρτα περίπου πριν την παράσταση και –τι να κάνω;- μπούκαρα στα καμαρίνια.
Στα καμαρίνια εν τω μεταξύ η απόλυτη σιγή. Αφού τα γύρισα σχεδόν όλα -και το μόνο άτομο που συνάντησα ήταν η Φαίη Ξυλά που ετοιμαζόταν μπροστά στον καθρέφτη- βρήκα στο τέλος και τον Χαραλαμπόπουλο. Καθόταν στην καρέκλα του, απέναντι από τον καθρέφτη, ανάμεσα σε διάσπαρτους σωρούς από πράγματα και ρούχα.
Αν και απρόσκλητη, και σαφώς παντελώς άγνωστη, με υποδέχτηκε με ένα τεράστιο χαμόγελο και μου άπλωσε το χέρι όταν του συστήθηκα. Μόλις όμως έκανα λόγο για συνέντευξη, πήρε κατευθείαν τη στάση ευγενικής άμυνας. «Αχ ξέρετε, δεν υπάρχει χρόνος, πρέπει να ετοιμαστώ, δε θα προλάβω…». «Μη στεναχωριέστε», πέρασα κι εγώ στην επίθεση, «δε θα αργήσουμε καθόλου… Πέντε ερωτήσεις θα σας κάνω…», κι άλλα τέτοια και στο τέλος του πέταξα και το τελειωτικό επιχείρημα: «Κοιτάξτε να δείτε, τόσα χρόνια που κάνω αυτή τη δουλειά ήσασταν το μόνο άτομο με το οποίο ήθελα τόσο να κάνω μία συνέντευξη. Τώρα που σας βρήκα θα μου πείτε όχι;». Σιγά μη μου έλεγε (Βασίλης-Χρύσα 0-1).
Παίρνω μια καρέκλα στα βιαστικά, αυτός ανάβει τσιγάρο και ετοιμάζομαι για την πιο γρήγορη συνέντευξη μου ever (πράγματι, κατέγραψα ρεκόρ ταχύτητας). Για να μη χρονοτριβώ, λέω αυθόρμητα το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό καθώς τον έχω απέναντι μου, το οποίο τι άλλο θα ήταν από το ότι είναι από τους πιο συμπαθείς καλλιτέχνες της Ελλάδας.
«Να ’στε καλά!», λέει και το χαμόγελο του πλαταίνει πιο πολύ από το σύνηθες.
«Δεν υπάρχει συνταγή επιτυχίας. Κοιτάζω απλώς τη δουλειά μου και προσπαθώ να την κάνω όσο πιο σωστά γίνεται»
Δεν μπορώ να εντοπίσω τι είναι αυτό, αλλά η αλήθεια είναι ότι ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος έχει πράγματι κάτι που τον ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους ηθοποιούς.
«Για να το λέτε…», ψιθυρίζει χωρίς ίχνος κομπασμού ή αυταρέσκειας. «Σας ευχαριστώ… Αν συμβαίνει όντως αυτό, με χαροποιεί, αλλά και με γεμίζει ευθύνη για τις επιλογές που θα κάνω από εδώ και στο εξής. Γιατί αν κόσμος με εκτιμάει, με εκτιμάει για τη δουλειά μου και για τις επιλογές που έχω κάνει σε αυτή, οπότε δεν μου επιτρέπεται να αλλαξοδρομήσω. Μου επιτρέπεται να αποτύχω, αλλά όχι να δω ελαφρά τη καρδία μια συνεργασία».
Να ’σου πάλι το γνωστό θέμα. Το έχω παρατηρήσει, δεν υπάρχει συνέντευξη στην οποία δε θίγεται, έστω τυχαία, το θέμα της επιτυχίας.
«Δεν υπάρχει μυστικό ούτε συνταγή. Το μόνο που έκανα και κάνω είναι να κοιτάζω τη δουλειά μου και να την κάνω όσο πιο σωστά γίνεται. Και φυσικά μετράει πολύ για μένα η επαφή με τον κόσμο, αυτό είναι το πιο σημαντικό. Πιστεύω πως το να κοιτάζεις να κάνεις καλά αυτό που έχεις να κάνεις, είναι ένα συστατικό επιτυχίας».
Χμ, τι ωραία που τα λέει, σκέφτομαι, και φαίνεται πως όντως λειτουργεί έτσι ο συγκεκριμένος, αλλά οκ, τα πράγματα δεν είναι και τόσο ρομαντικά –ειδικά στους καλλιτεχνικούς κύκλους!
«Κοιτάξτε να δείτε» (και με αυτό το κοιτάξτε συνειδητοποίησα ότι από τη βιασύνη μας δεν προλάβαμε ούτε στον ενικό να το γυρίσουμε…) «λένε για τον καλλιτεχνικό χώρο ότι υπάρχει μια… να μην πω τη λέξη διαφθορά –αυτός ο τίτλος ταιριάζει πιο πολύ στον πολιτικό χώρο!» (να και το πολιτικό σχόλιο… αναπόφευκτο στις μέρες μας!) «λένε ότι υπάρχει ένας ανταγωνισμός σκληρός. Εγώ όλα αυτά τα χρόνια δεν έχω νιώσει ανταγωνισμό, δεν έχω νιώσει ανθρώπους που επιδιώκουν να βλάψουν τους άλλους… Ακόμη κι αν συμβαίνει αυτό, πρόκειται για μεμονωμένα άτομα, οπότε αυτό δεν αρκεί για να κάνει κακό σε αυτούς που κοιτάζουν πραγματικά τη δουλειά τους. Από εκεί και πέρα είναι πολύ πιο απλά τα πράγματα. Κακά τα ψέματα, ο κόσμος που είναι έξω από αυτήν τη δουλειά τη βλέπει λίγο πιο… μυθοποιημένη. Για εμάς δεν είναι έτσι. Υπάρχει και συναδελφικότητα, υπάρχει και αγωνία να πάει καλά και ο συνάδελφος, όχι μόνο εσύ, γιατί αυτό συμφέρει σε όλους».
Το τσιγάρο με το φίλτρο που κάνει δεν έχει φτάσει καν μέχρι τη μέση, πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχει περάσει πολλή ώρα. Κι ευτυχώς που στους διαδρόμους εξακολουθεί να επικρατεί νεκρική σιγή και δε μας διακόπτει καμιά αλλόφρων ηθοποιός, για παράδειγμα, που ψάχνει το κραγιόν της ή κάτι παρόμοιο τέλος πάντων.
Κοιτώντας τον μου έρχεται ασυναίσθητα στο μυαλό ο τηλεοπτικός Γρηγόρης (πολύ διαφορετικός βέβαια όπως τον έχω τώρα μπροστά μου, με πιο μακριά μαλλιά, μούσια κτλ), πράγμα βέβαια πολύ άδικο για τον Χαραλαμπόπουλο, γιατί ως ηθοποιός είναι ασφαλώς πολλά παραπάνω από τον πρωταγωνιστή του «Είσαι το ταίρι μου».
«Το να στιγματιστείς από ένα ρόλο μπορεί να συμβεί αν κάνεις το εξής λάθος: αν μετά από έναν πολύ επιτυχημένο ρόλο κάνεις έναν παρόμοιο. Έτσι ώστε να γίνει μανιέρα και να συνηθίσει ο κόσμος να κάνεις το ίδιο και το ίδιο… Αν κάνεις την αλλαγή μετά το ρόλο που σε έχει στιγματίσει, ο κόσμος θα σε ακολουθήσει. Αρκεί να μην τον συνηθίζεις στα εύκολα και στα ίδια κάθε φορά».
Εδώ που τα λέμε, δεν έχει κάνει και λίγα ο άνθρωπος… Θέατρο θες; Τηλεόραση, κινηματογράφο; Μέχρι και τη φωνή του έχει δανείσει σε ακουστικά βιβλία (ζήτω ο Μάικ ο Φασολάκης!) και σε εκπομπές ντοκιμαντέρ.
«Από όλα προτιμώ το θέατρο!», λέει αυθόρμητα και χωρίς περιστροφές, αφήνοντας ένα μικρό γελάκι. Όλοι οι ηθοποιοί κάνουν λόγο για τη «μαγεία του θεάτρου», αλλά ο Χαραλαμπόπουλος την περιγράφει ακόμη πιο ωραία, με γνήσιο ενθουσιασμό.
«Έχει τη μαγεία που δεν έχουν τα άλλα μέσα, του να επικοινωνείς ζωντανά με το κοινό σου, του να νιώθεις την ανάσα του, την ενέργεια του. Ουσιαστικά η ενέργεια του κοινού είναι ο συμπαίκτης που θα κάνει την παράσταση ακόμη καλύτερη».
«Μου επιτρέπεται να αποτύχω στη δουλειά μου, αλλά όχι να δω ελαφρά τη καρδία μια συνεργασία»
Εκείνη την ώρα μου ήρθαν στο μυαλό οι Βάκχες του Ευριπίδη. Ήταν το 2005 όταν μόλις το είχαμε διδαχτεί στο πανεπιστήμιο και ήθελα σαν τρελή να πάω να το δω στους Φιλίππους, αλλά δεν μπόρεσα τελικά –κι έχασα έτσι την μόνη μου ευκαιρία να δω τον Χαραλαμπόπουλο σε δραματικό ρόλο!
«Ίσως γιατί δεν έχουν έρθει προς τα εδώ, γι’ αυτό δε με έχετε δει… Έχω παίξει και στο Εθνικό Θέατρο, και στην τηλεόραση σε διάφορα… Μου αρέσουν πολύ, αλλά τα προτιμώ ως …κερασάκι στην τούρτα! Στην κωμωδία έχω αδυναμία, γιατί το γλεντάει το μέσα μου, το είναι μου!».
Η θετική αύρα που εκπέμπει είναι απίστευτη – ξεσπούμε και οι δύο σε γέλια. Δεν μπορεί επιτέλους να έχει τόση θετική ενέργεια και να είναι τόσο μα τόσο ικανοποιημένος με όλα. Όλο και κάποιο επαγγελματικό απωθημένο θα υπάρχει.
«Δεν έχω κάτι συγκεκριμένο, ούτε σε ρόλο ούτε σε συνεργασία… Το μόνο που θα ήθελα θα ήταν να συνεχίσω να ονειρεύομαι παρά τις όποιες αντιξοότητες».
Οκ, Βασίλης-Χρύσα 1-0. Εκείνη την ώρα, καθώς μιλάμε για δουλειές, συνεργασίες, απωθημένα, πετάγεται στο μυαλό μου το «Bank Bang», μια κωμωδία του 2008, της οποίας το σενάριο είχε γράψει ο Χαραλαμπόπουλος. Τι γέλιο είχα ρίξει όταν την είδα…. Υπάρχουν ατάκες που τις θυμάμαι ακόμα. Ως σεναριογράφος πάντως δεν τα πήγε διόλου άσχημα, πράγμα που με κάνει να αναρωτιέμαι αν θα ήθελε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του και πουθενά αλλού, στη σκηνοθεσία φερ’ ειπείν…
«Θα δείξει…! Όλα είναι πιθανά!».
Βάζει πραγματικά τα γέλια αυτή τη φορά και με κοιτάει αινιγματικά, αλλά δυστυχώς δεν καταφέρνω να του αποσπάσω καμία πληροφορία. (Βασίλης-Χρύσα και πάλι 1-0). Το τσιγάρο του (το οποίο το χρησιμοποιώ στην προκειμένη περίπτωση ως σημείο αναφοράς για να μη χάσω την αίσθηση του χρόνου) κοντεύει σχεδόν να τελειώσει –και μαζί με αυτό λέω να τελειώσω κι εγώ. Καθώς πορεύομαι προς το φινάλε, συνειδητοποιώ ότι ο Χαραλαμπόπουλος έχει δώσει πραγματικό ρεσιτάλ αισιοδοξίας και θετικής ενέργειας. Δεν έχει ξεστομίσει ούτε μισή πικρή κουβέντα για τίποτα και για κανέναν. Λίγο για να τον τσιγκλίσω, λίγο από δημοσιογραφικό ενδιαφέρον, μου έρχεται αυθόρμητα στα χείλη και τον ρωτώ τι θεωρεί ως τη μεγαλύτερη δυσκολία στο επάγγελμα του ηθοποιού.
«Τη μονομαχία μου με κάθε ρόλο!» (Γέλια και πάλι, κλασσικά…). «Η προσωπική μου διαμάχη με το ρόλο που πρέπει να υποδυθώ μέχρι να τον κατακτήσω».
Περίμενα τουλάχιστον κάτι περί ανταγωνισμού να ακούσω, αλλά τίποτα…
«Δεν υπάρχει ανταγωνισμός. Είναι προσωπικό ταξίδι του καθενός, που το ζητούμενο είναι να συνεργάζεται με ανθρώπους που έχουν κοινά οράματα. Και σε αυτό μέχρι στιγμής ήμουν τυχερός, γιατί το είχα σε όλη την πορεία μου».
Αν συμπαθούσα τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο μέσω τηλεόρασης, η εικόνα που σχημάτισα τώρα για αυτόν ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Του χαμογελώ και του λέω πριν πατήσω το stop:
«Είστε πάρα πολύ αισιόδοξος».
«Είμαι φύσει αισιόδοξος για όλα! Αλλά η αισιοδοξία μου βάλλεται από παντού με όλα όσα συμβαίνουν τελευταία σε αυτή τη χώρα. Συνεχίζω όμως να αισιοδοξώ και πιστεύω ότι από όλα αυτά θα βγουν καλά πράγματα».