Πού πήγαν οι Σερραίοι; Της Χρυσάνθης Ιακώβου

Ήρθε η ώρα της απογραφής και οι μελετητές εκτιμούν ότι τα αποτελέσματα θα δείξουν 500.000 άτομα λιγότερα σε όλη την Ελλάδα σε σχέση με δέκα χρόνια πριν. Εκπλήσσεται κανείς; Μάλλον όχι.

Σύμφωνα με άρθρο της Lifo, που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο, οι αλλαγές στους πληθυσμούς των ελληνικών νομών οφείλονται και στις γεννήσεις και στους θανάτους, αλλά και στις μετακινήσεις, δηλαδή πόσοι έρχονται σε έναν νομό και πόσοι φεύγουν.

Μετρώντας λοιπόν το φυσικό ισοζύγιο των νομών (γεννήσεις-θάνατοι), μαντέψτε ποιος νομός έχει –μετά τον νομό Αττικής– το αρνητικό ρεκόρ: ο νομός Σερρών φυσικά! Είμαστε, λέει, μείον 15 χιλιάδες! [Αντιγράφοντας από το άρθρο: «Τα υψηλότερα αρνητικά Φυσικά Ισοζύγια σε απόλυτες τιμές καταγράφονται στην Αττική (σχεδόν -40 χιλ.), στον νομό Σερρών (σχεδόν -15 χιλ.)…»] Τι απέγιναν λοιπόν τόσοι Σερραίοι; Γιατί χάνουμε τόσο πληθυσμό, περισσότερο απ’ ότι άλλοι νομοί;

Η πόλη μας μοιάζει να είναι ο ορισμός της «χαμένης ευκαιρίας». Τίποτα στις Σέρρες δεν φαίνεται να έχει αξιοποιηθεί σωστά.

Ότι κάτι πάει στραβά με τις Σέρρες το ξέρουμε καλά. Ουκ ολίγες φορές έχουμε διαβάσει για έρευνες που λένε ότι είμαστε από τους νομούς με τη χαμηλότερη ανάπτυξη. Δεν χρειάζεται βέβαια να το διαβάσουμε κάπου, το πράγμα φαίνεται και μόνο του: η πόλη μας (αλλά και ο νομός μας γενικότερα) έχει διαρκώς μία φθίνουσα πορεία. Οι ρυθμοί της πέφτουν, η ζωντάνια της χάνεται, η νεολαία της λιγοστεύει, οι νέες ιδέες στερεύουν, ευκαιρίες και προοπτικές δεν διαφαίνονται σε κανέναν τομέα.

Η πόλη μας μοιάζει να είναι ο ορισμός της «χαμένης ευκαιρίας». Τίποτα στις Σέρρες δεν φαίνεται να έχει αξιοποιηθεί σωστά. Όχι απλώς δεν έχουμε βρει τρόπους να φέρνουμε κόσμο –άρα και λεφτά– από αλλού, αλλά δεν μπορούμε καν να δώσουμε τα σωστά κίνητρα σε αυτούς που μένουν ήδη εδώ να ασχοληθούν με κάτι που θα φέρει μακροπρόθεσμα ανάπτυξη και θα είναι προσοδοφόρο.

Ο τουρισμός, για παράδειγμα, είναι ένας τομέας που φαίνεται να έγιναν πολλά λάθη. Ο Λαϊλιάς έχασε την αλλοτινή του αίγλη, η Κερκίνη δεν παρουσιάζει με τα χρόνια κάποια εξέλιξη, ενώ ούτε η ίδια η πόλη είναι ελκυστική τουριστικά ώστε να έχει λόγο κάποιος να έρθει. Μεμονωμένα μνημεία εντός και εκτός πόλης έχουν μείνει αναξιοποίητα, αλλά εκτός αυτού δεν φαίνεται να καταφέραμε να δημιουργήσουμε ένα συνολικό τουριστικό πακέτο για να έρθει κάποιος και να μείνει τέσσερις-πέντε μέρες εδώ, ενώ φαίνεται να διαθέτουμε και να συνδυάζουμε ως νομός τα πάντα.

Ούτε έχουμε κάποια διοργάνωση της προκοπής. Την ίδια στιγμή που γειτονικοί νομοί έχουν εκδηλώσεις μοναδικές και τραβούν κόσμο από παντού (Γιορτές Παλιάς Πόλης και Καρναβάλια Ξάνθης, Ονειρούπολη και Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας), εμείς ετοιμάζουμε κάτι Φεστιβάλ Μπουγάτσας και κάτι Πολιτείες των Ευχών, που δεν είναι ωραία ούτε για εμάς τους ντόπιους. Είναι ολοφάνερο ότι δεν υπάρχει σχεδιασμός, ούτε καν κάποια ιδέα, για να πετύχουμε μια εξωστρέφεια και να δημιουργήσουμε μακροπρόθεσμα έναν θεσμό.

Ούτε επιχειρηματικά γίνεται κάτι. Για ένα διάστημα φάνηκε ότι υπήρχε μια σχετική κινητικότητα και ένας αέρας πρωτοπορίας σε δραστηριότητες που σχετίζονταν με τη γη και τα τοπικά προϊόντα, αλλά το πράγμα δεν φαίνεται να προχώρησε. Ούτε πολλές μεγάλες επιχειρήσεις έχουμε στις Σέρρες, ώστε να απορροφήσουν προσωπικό, αλλά ούτε και φρέσκες ιδέες υπάρχουν, με την έννοια να αναπτυχθεί κάτι εδώ που δεν υπάρχει σε πολλές άλλες πόλεις.

Παλιά θα έλεγα ότι το δυνατό μας χαρτί –σε συνδυασμό με τους φοιτητές μας– ήταν η διασκέδασή μας, αλλά τώρα πάει κι αυτό. Λίγο η κρίση λίγο ο κορονοϊός, πέσαμε αισθητά. Το πρόβλημα όμως, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι απλώς ότι λιγότερος κόσμος βγαίνει έξω –πράγμα που είναι λογικό–, αλλά τι μαγαζιά διαθέτουμε πλέον. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν μπουζούκια, σχεδόν δεν υπάρχουν κλαμπ, δεν υπάρχουν ρεμπετάδικα, ζωντανές σκηνές, μπαράκια, ροκάδικα. Το μόνο που υπάρχει είναι τα καφέ-μπαρ, που απλώς είναι ανοιχτά μέχρι πολύ αργά. Φταίει και ο κορονοϊός, αλλά πολλά από τα είδη μαγαζιών που ανέφερα είχαν εξαφανιστεί… προ πολλού!

Τα ίδια και στο φαγητό. Με εξαίρεση ελάχιστα μαγαζιά που κατάφεραν να κρατηθούν ανοιχτά και προσφέρουν το κάτι διαφορετικό γαστρονομικά, το μόνο που έχει απομείνει είναι τα παραδοσιακά σουβλατζίδικα. Ούτε τα φαστφουντάδικά μας έχουν κάτι ιδιαίτερο, μια νέα γεύση, ένα καινούργιο πιάτο, κάτι που δεν έχεις ξαναφάει ποτέ στη ζωή σου τέλος πάντων, αλλά κάνει θραύση κάπου αλλού! Για… ξενόφερτες κουζίνες δεν το συζητάμε καν.

Παλιά, όταν με ρωτούσε κάποιος μη Σερραίος πώς είναι οι Σέρρες, έλεγα: «Σαν φωτογραφία! Τίποτα δεν αλλάζει, τίποτα δεν εξελίσσεται, είναι πάντα ίδια!» Κι αυτό νόμιζα πως είναι το χειρότερο. Αν με ρωτούσε κανείς τώρα, θα έλεγα πως είναι σαν φθαρμένη φωτογραφία. Έχει αρχίσει να χαλάει, να ξεθωριάζει, να αποχρωματίζεται.

Αν εξαιρέσουμε κάποια έργα που βελτίωσαν τις συνθήκες ζωής στην πόλη (η πεζοδρόμηση του κέντρου για παράδειγμα) και μια γενικότερη φροντίδα που δίνει μια εικόνα περιποιημένη, οι Σέρρες δεν παρουσιάζουν, μέσα στα χρόνια, καμία μα καμία ανάπτυξη. Δεν διαθέτουμε ένα εμπορικό κέντρο, δεν έχουμε ένα μεγάλο πάρκο που να λειτουργεί παράλληλα και ως χώρος δράσεων, δεν έχουμε σωστούς χώρους άθλησης και πολιτισμού, είτε κλειστούς είτε υπαίθριους, δεν συμβαίνει κάποια τεχνολογική πρωτοπορία, δεν υπάρχει εμπνευσμένη αξιοποίηση μνημείων και χώρων που θα μπορούσαν να κάνουν την πόλη πιο όμορφη, δεν έχουμε καν ένα σήμα κατατεθέν, να βγαίνεις μια φωτογραφία εκεί μπροστά και να ξέρουν όλοι ότι είσαι στις Σέρρες!

Ούτε πολλεσ μεγάλες επιχειρήσεις έχουμε στις Σέρρες, ώστε να απορροφήσουν προσωπικό, αλλά ούτε και φρέσκες ιδέες υπάρχουν, με την έννοια να αναπτυχθεί κάτι εδώ που δεν υπάρχει σε πολλές άλλες πόλεις.

Ό,τι ξεκίνησε η κρίση, ο κορονοϊός το τελείωσε. Αν βγεις στους δρόμους, αναρωτιέσαι πού πήγε η νεολαία. Οι άνθρωποι δεν είναι ανήσυχοι πια. Τίποτα καινούργιο δεν συμβαίνει, η ζωή φαίνεται να κυλά σε καθαρά πρακτικούς ρυθμούς.

Ο περιποιημένος μας κόσμος –αυτοί που κυκλοφορούσαν στην τρίχα όλο το εικοσιτετράωρο με μαλλί κομμωτηρίου και ρούχα μάρκας και έπιαναν το μπροστινό σταντ στις καφετέριες για να φαίνονται– πραγματικά εξαφανίστηκαν. Οι Σέρρες –μεταξύ μας τώρα– δεν ήταν ποτέ καμιά σπουδαία πόλη, αλλά διέθεταν αστραφτερή και εντυπωσιακή βιτρίνα. Όσο γι’ αυτό, κανείς δεν μπορεί να πει το αντίθετο. Να φταίει άραγε αυτό; Χάσαμε, λόγω κρίσης και πανδημίας, τη λάμψη μας και φάνηκε η πραγματική μας εικόνα;

Ποιος φταίει για το χάλι μας; Οι ίδιοι οι Σερραίοι δεν προσπαθήσαμε αρκετά; Έκαναν λάθη τις τελευταίες δεκαετίες οι τοπικές ηγεσίες; Να μας έφαγε η Θεσσαλονίκη που είναι κοντά, μας στερεί μήπως το κίνητρο να αναπτυχθούμε παραπάνω;

Το ποιος φταίει είναι σίγουρα ένα μεγάλο ερώτημα, με πολλές και δύσκολες απαντήσεις, αν θελήσουμε να ασχοληθούμε σοβαρά. Δυστυχώς όμως το πραγματικά φλέγον ερώτημα αυτή τη στιγμή είναι άλλο: έχει λόγο να μείνει κανείς στις Σέρρες; Τι έχει αυτή η πόλη πραγματικά να του προσφέρει;

(Τα στατιστικά στοιχεία που αναφέρονται στην αρχή δεν βασίζονται στα επίσημα αποτελέσματα της απογραφής που πραγματοποιήθηκε από την Στατιστική Υπηρεσία τους τελευταίους μήνες του 2021, αλλά σε έρευνες που έγιναν λίγο νωρίτερα και δημοσιεύτηκαν σε διάφορα μέσα).

(Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο έντυπο Ser-Free, τ.58)

ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

error: Δεν επιτρέπεται η αντιγραφή. Ευχαριστούμε.