Χαραμάδα, της Γεσθημανής Μπερμπέρη

Από το πρωί βασανίζει το μυαλό μου ένα στιχάκι, μικρό μα τόσο ανελέητα επίμονο: «και οι άνθρωποι φεύγουν / και εμείς δεν αντιδράμε / μάθαμε να ξεχνάμε…» Και έχει κολλήσει ασφυκτικά πάνω μου εκείνο το «δεν αντιδράμε». Και θέλω να πάρω τηλέφωνο τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο που το έγραψε, μα δεν έχω το τηλέφωνο του και αυτό σημαίνει πως πρέπει να βασανιστώ μόνη μου για να μου το εξηγήσω. Γιατί οι άνθρωποι φεύγουν και εμείς «δεν αντιδράμε»;; Σε μπελάδες με έβαλες, Γεράσιμε, έχω να σου πω, δεν φέρθηκες σωστά. Άφησες έτσι πάνω μου τα λογάκια σου, σαν αλάτι σε ανοιχτή πληγή. Και την ώρα που εγώ παλεύω να κατακτήσω τις έννοιες και τους κρυφούς σκοπούς σου, εσύ μπορεί να πίνεις χαλαρά το καφεδάκι σου και να σκαρώνεις το επόμενο στιχάκι σου.

Έχω βαρίδι μέσα μου και αυτή την τελευταία είδηση βάρβαρης, πέρα από κάθε λογική, παιδικής κακοποίησης και το στομάχι μου είναι ένας μεγάλος και σφιχτός κόμπος. Και το παζλ φόβου συμπληρώνουν οι εκφοβισμοί παιδιών στα σχολεία, φαινόμενο νέο και σκληρό για την κοινωνία μας. Και αναρωτιέμαι, αυτός είναι ο κόσμος μας, ένας κόσμος σε δυστυχία και ασχήμια; Τα είπε βέβαια ο Μάνος Χατζιδάκις, μίλησε για το τέρας και τον φόβο μήπως συνηθίσουμε στη θέα του και του μοιάσουμε, τόσο αληθινά και επώδυνα εύστοχα. Ο Γκέρμπνερ, επίσης, επινόησε τον όρο «σύνδρομο του μοχθηρού κόσμου», του οποίου τα κλινικά συμπτώματα είναι ο κυνισμός, η μισανθρωπία και ο πεσιμισμός.

Η καθημερινότητα μάς κερνάει μικρές φρίκες, απανωτές και εμείς ξεχνιόμαστε μέσα στην γκρίνια και την απαισιοδοξία μας, μέχρι που έρχεται μία μεγάλη πραγματική φρίκη και τότε παρακαλάμε να έρθουν ξανά εκείνες οι μικρές, οι ανώδυνες φρίκες. Και συνηθίζουμε και έτσι σιγά σιγά χάνουμε την πίστη μας στο καλό, χάνουμε την πίστη μας στον άνθρωπο και στην ίδια τη ζωή τελικά. Και σύντομα διαπιστώνουμε πως «οι άνθρωποι φεύγουν και εμείς δεν αντιδράμε, μάθαμε να ξεχνάμε». Και νομίζω πως κατάλαβα τι θέλει να πει ο Γεράσιμος μ’ αυτό το «δεν αντιδράμε» και δεν θα χρειαστεί να τον πάρω τηλέφωνο, ευτυχώς γιατί δεν το έχω.

Δίπλα μας, στη γειτονιά μας, πριν από λίγο καιρό εξελίχθηκε ένα ανθρώπινο δράμα, ένας φονικός σεισμός. Μία ολοκληρωτική καταστροφή, τέτοια που πονάει βαθιά η καρδιά μου. Φαντάζομαι και η δική σας. Ταυτόχρονα, είδα μία μαζική κινητοποίηση φορέων, συλλόγων, δήμων, κοινοτήτων, δημοσίων υπηρεσιών, ιδιωτών και μεμονωμένων ανθρώπων, να συγκεντρώνουν βοήθεια προς τους πληγέντες και νιώθω μία γλυκιά θαλπωρή στην ψυχή μου. Ο «ξένος» μας έχει ανάγκη από ένα ζευγάρι χέρια που θα του δώσουν κουράγιο και ελπίδα. Ο «ξένος» μας έχει ανάγκη από τις πιο ζεστές και αναπαυτικές παντόφλες, τις καλές, αυτές που θα του δίναμε να φορέσει για να νιώσει σπίτι του.

Πριν από λίγες εβδομάδες, μετά το τραγικό και ανείπωτο συμβάν στα Τέμπη, που ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να το χωρέσει, η Αιμοδοσία του Γενικού Νοσοκομείου Σερρών πλημμύρισε από ανθρώπους που θέλησαν έμπρακτα να δείξουν τη συμπόνια και την αλληλεγγύη τους. Και παρόλο που σπεύσαμε συνάδελφοι εκτός ωραρίου να βοηθήσουμε, ήταν τόσο μεγάλη η προσέλευση των νέων που αναγκαστήκαμε ορισμένους να τους «διώξουμε», είτε γιατί δεν είχαν δώσει ξανά αίμα, είτε γιατί είχαν πάρει κάποιο φάρμακο, είτε γιατί η ώρα κόντευε πια αργά το βράδυ και τους παρακαλέσαμε να έρθουν την επόμενη μέρα το πρωί, ξεκούραστοι. Και ήρθαν, όλοι τους και άλλοι τόσοι! Οι νέοι, που άφησαν τον καφέ τους, τη βόλτα τους, τα κινητά και τα τάμπλετ από τα χέρια, το πρωινό χουζούρι τους, οι νέοι που εύκολα κάποιοι τους θεωρούν αδιάφορους, κατέκλυσαν το πρωί της Πέμπτης ξανά την αιμοδοσία και περίμεναν πάλι με υπομονή, χωρίς να πουν ούτε μία λέξη – μα πόσα μας είπανε με την πράξη τους αυτή;

Και θέλω να πω σε αυτούς τους νέους πως θυμάμαι τα πρόσωπά τους, άκουσα και όσα φώναζε η ψυχή τους. Άκουσα και το βουβό τους κλάμα και ένιωσα τον βαθύ τους πόνο για τους άλλους νέους, αυτούς που έφυγαν τόσο μα τόσο άδικα. Θέλω να πω σε αυτούς τους νέους που ασφυκτικά γέμισαν την Αιμοδοσία πως αυτή τους η προσφορά σε αίμα θα σώσει κάποιους άλλους ανθρώπους, πολλούς άλλους απελπισμένους ανθρώπους.

Νιώθω ευλογημένη που συνάντησα αυτούς τους νέους. Μου έδειξαν τι σημαίνει νοιάζομαι. Μεγάλο μάθημα ζωής, θα το κρατήσω ψηλά στην ψυχή μου. Και τελικά όλοι εμείς αντιδράσαμε, δεν εγκαταλείψαμε τον άνθρωπο σε ανάγκη, δεν πάψαμε να ελπίζουμε, δεν σταματήσαμε να εμπιστευόμαστε τους ανθρώπους και τη δύναμη της ψυχής τους. Η ζωή δεν έχει μόνο ασχήμιες, δεν πρέπει να πιστέψουμε πως έχει μόνο ασχήμιες. Γιατί αυτό θα σημαίνει πως «οι άνθρωποι φεύγουν και εμείς δεν αντιδράμε, μάθαμε να ξεχνάμε και να μένουμε μόνοι». Γεράσιμε, σε ευχαριστώ που με βασάνισες με τα στιχάκια σου.

(Δημοσιεύτηκε στο έντυπο Ser-Free, τ.62, Απρίλιος 2023)

ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

error: Δεν επιτρέπεται η αντιγραφή. Ευχαριστούμε.